Ούτι. Η ιστορία ενός άταστου εγχόρδου
Όταν κανείς πάει να μιλήσει για το ούτι, έρχεται κατευθείαν αντιμέτωπος με το ερώτημα : Ποιο ούτι; Με τον όρο «ούτι» αναφερόμαστε σε μια μεγάλη οικογένεια οργάνων που μοιράζονται κάποια κοινά στοιχεία όμως πολλές φορές τόσο τα χαρακτηριστικά τους (σχήμα, μέγεθος, αριθμός χορδών) όσο και ο ήχος τους έχουν τεράστιες διαφορές μεταξύ τους.
Η λέξη «al oud» στα αραβικά, «ud» στα τούρκικα, «ούτι» στα ελληνικά χαρακτηρίζει ένα έγχορδο άταστο όργανο με δυσανάλογα μικρό μανίκι για τόσο μεγάλο σκάφος. Από εκεί και πέρα η χρήση του στις διάφορες μουσικές κουλτούρες μπορεί να είναι τόσο διαφορετική, ώστε δύσκολα ένα απαίδευτο αυτί να μπορεί να το αναγνωρίσει σαν το ίδιο όργανο. Σε γενικές γραμμές θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχουν τρεις μεγάλες σχολές: η αραβική, η τουρκική και η βορειοαφρικανική. Προσωπικά, τέτοιου είδους κατηγοριοποιήσεις δεν τις θεωρώ και ιδιαίτερα ακριβείς, ωστόσο μας επιτρέπουν να έχουμε μια πιο συνολική εικόνα.
Σχετικά με την καταγωγή του οργάνου, υπάρχουν πολλές θεωρίες και πολλά ωραία παραμυθάκια. Μάλλον, όμως, όλα δείχνουν ότι −όπως άλλωστε και το μεγαλύτερο μέρος αυτού που σήμερα ονομάζουμε μεσογειακή μουσική− ήρθε από την Περσία. Εκεί συναντάμε όργανα όπως το Ρουντ και το Μπερμπάντ, που είναι πιθανοί πρόγονοι αυτού του οργάνου που συναντάμε στη Μεσόγειο. Άλλωστε, και το ούτι μέσα από το πέρασμα του χρόνου εξελίχθηκε σε άλλα όργανα, όπως για παράδειγμα το αναγεννησιακό λαούτο και μετέπειτα η κλασική κιθάρα. Το πιο σημαντικό όμως, όπως έλεγε και ένας από τους δασκάλους μου, ο τυνήσιος Καμέλ Φερτζανί, δεν είναι ποιος το έφτιαξε, αλλά ποιος το παίζει. Και δεν υπάρχει άλλος λαός που να αγάπησε και να «εξέλιξε» το ούτι τόσο όσο οι Άραβες.
Το ούτι έφτασε στους Άραβες, όπως είπαμε παραπάνω, μάλλον από την Περσία, ωστόσο πολύ γρήγορα αραβοποιήθηκε και απόκτησε δικό του στιλ. Ένα στιλ που χαρακτηρίζεται από ένα παίξιμο αρκετά πιο ρυθμικό και λιγότερο σολιστικό, σε σχέση με το τουρκικό. Ήταν (και είναι) τόσο μεγάλος μάλιστα ο σεβασμός προς αυτό το όργανο, ώστε όλοι οι μεγάλοι Άραβες φιλόσοφοι όπως ο Al Farabi και ο Al Kindi χρησιμοποιούσαν το ούτι όταν αναφέρονταν σε μουσικά θέματα.
Ο όγδοος αιώνας ήταν ίσως από τους πιο καθοριστικούς σε ό,τι αφορά στην εξέλιξη του οργάνου. Είναι η εποχή όπου έζησαν μερικοί από τους πιο γνωστούς μουσικούς στο ούτι, όπως οι Ibrahim al Mouse και οι δύο του μαθητές, Ishaq al Mouse και Ziryab. Ο Ishaq al Mouse είναι αυτός που ίδρυσε τη σχολή της Βαγδάτης, μια αρκετά συντηρητική σχολή, επηρεασμένη κυρίως από την περσική παράδοση. Ο άλλος συνάδελφός του, ο Ziryab δίδασκε και αυτός στη σχολή της Βαγδάτης, όμως κάποια στιγμή ήρθε σε σύγκρουση με τον συντηρητισμό της. Δυστυχώς, εκείνες οι εποχές ήταν κάπως σκοτεινές και γεμάτες ίντριγκες, οπότε ο Ziryab εξορίστηκε στην Ισπανία, συγκεκριμένα στο χαλιφάτο της Κόρδοβα, όπου και βρήκε υποστήριξη από τον εκεί χαλίφη τον Αμπντεραχμάν ΙΙ. Σαν μουσικός της αυλής του χαλίφη ίδρυσε τη δική του σχολή, τη διάσημη πλέον σχολή της Κόρδοβα.
Σε αυτόν τον καινούργιο τόπο το ούτι γνώρισε ίσως την πιο δραστική του εξέλιξη. Ο Ziryab συνέγραψε παιδαγωγικές μεθόδους για την εκμάθηση του οργάνου, που κάποιες χρησιμοποιούνται ακόμη και μέχρι σήμερα, καθώς επίσης συνέθεσε πολλά έργα που πλέον θεωρούνται κλασικά για το ρεπερτόριο του οργάνου αυτού.
Σήμερα το ούτι είναι ίσως το πιο αντιπροσωπευτικό όργανο του αραβικού κόσμου (αν και τα πλήκτρα έχουνε κάνει μεγάλη ζημιά). Βέβαια, όταν μιλάμε πλέον για αραβικό ούτι αναφερόμαστε κυρίως στο αιγυπτιακό, μιας και λόγω της τηλεόρασης και του κινηματογράφου η αιγυπτιακή μουσική πέρασε σε όλους τους Άραβες και θεωρήθηκε σαν εστάνταρ. Παρ’ όλα αυτά, στο αραβικό ούτι διακρίνουμε πολλά και διαφορετικά στιλ με πιο χαρακτηριστικά ίσως αυτά του Ιράκ, της Μέσης Ανατολής και του Μαγρέμπ.
Το ούτι διδάσκεται σε όλα τα ωδεία των αραβικών χωρών και θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι τόσο σημαντικό για την αραβική μουσική όσο το πιάνο για την δυτική. Μερικά από τα πιο γνωστά ονόματα στο αραβικό ούτι είναι οι: Mohammed Abdel Wahab και Farid al-Atrash από την Αίγυπτο, ο Munir Bashir και ο Naseer Shamma από το Ιράκ, ο Simon Shaheen από την Παλαιστίνη, οι Anouar Brahem και ο Dhafer Youssef από την Τυνησία και πολλοί άλλοι.
Το ούτι στη Ελλάδα ήρθε μετά τη Μικρασιατική καταστροφή μέσα από τους πρόσφυγες. Το πρωτοσυναντάμε σε ηχογραφήσεις της πρώιμης περιόδου του ρεμπέτικου, με πιο χαρακτηριστικά ονόματα τον Αγάπιο Τομπούλη και τον Αρμένιο Μάρκο Μέλκον. Με την εισβολή όμως των μπουζουκιών και την εκδυτικοποίηση της ελληνικής μουσικής, το ούτι εξαφανίζεται από την μουσική σκηνή, με μόνη λαμπρή εξαίρεση το μεγάλο δάσκαλο Νίκο Σαραγούδα, ο οποίος εξακολούθησε να ηχογραφεί με το ούτι του. Αν και το όργανο επανήλθε στα μουσικά πράγματα μόλις τα τελευταία 20 χρόνια, οι Έλληνες ουτίστες κατέχουν πλέον μια καλή θέση στη μεγάλη οικογένεια του οργάνου αυτού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου