Έξι δικογραφίες για παράτυπες συμβάσεις στον ΟΣΕ.
Πριν τη Volkswagen, είχαμε σκάνδαλα με την Daimler, ΜΑΝ, Siemens, Commerzbank, Deutsche Bank, Deutsche Telekom, Ferosstal
Οι γερμανικές αμαρτίες δεν έχουν τελειωμό. Και όλα αυτά στο βωμό του κέρδους. Καθαρά για να γεμίζουν ευρώπουλα οι Γερμανοί. Πόσο ακόμα θα τους «προσκυνάμε
Πάντως o κλάδος της αυτοκινητοβιομηχανίας στη Γερμανία δεν είναι άμεμπτος. Σάλος έχει προκληθεί στο παρελθόν με τις παράνομες πληρωμές και της Daimler και της κατασκευάστριας λεωφορείων και φορτηγών ΜΑΝ, η οποία ανήκει στη Volkswagen. Και τα σκάνδαλα δεν περιορίζονται στις αυτοκινητοβιομηχανίες: εκτός από τη Siemens με την πολύκροτη υπόθεση που της στοίχισε δισεκατομμύρια ευρώ και είχε και ελληνικές προεκτάσεις, στο στόχαστρο των Αρχών με υποθέσεις απάτης και φοροδιαφυγής έχουν βρεθεί οι τράπεζες Commerzbank και Deutsche Bank.
Σε σκάνδαλα διαφθοράς έχουν εμπλακεί και έχουν καταβάλει δεκάδες εκατομμύρια ευρώ σε πρόστιμα μια σειρά από γερμανικές εταιρείες σε διάφορους κλάδους, όπως η Deutsche Telekom, η Ferosstal με την πώληση υποβρυχίων και η εταιρεία απορρυπαντικών Henkel.
Διαχρονικό σκάνδαλο οι μίζες της «Daimler»
Σκάνδαλο χωρίς κάθαρση παραμένει για εδώ και χρόνια τουλάχιστον χρόνια η υπόθεση με τις «μίζες» της γερμανικής εταιρείας κατασκευής οχημάτων Daimler ΑG, ο φάκελος της οποίας στάλθηκε προ μερικών ημερών στους οικονομικούς εισαγγελείς κκ. Γρηγόρη Πεπόνη και Σπύρο Μουζακίτη!
Η υπόθεση χρηματισμού ελλήνων αξιωματούχων για να ευνοηθεί η συγκεκριμένη εταιρεία έχει αποκαλυφθεί από τον Μάρτιο του 2010, όμως ουσιαστικά δεν έγινε καμία πλήρης έρευνα και ο σχετικός φάκελος είχε αρχειοθετηθεί. Τώρα η εν λόγω υπόθεση επανέρχεται στο προσκήνιο με τα στοιχεία που απέστειλε - μαζί με φακέλους άλλων δωροδοκιών - ο γενικός γραμματέας Διαφάνειας του Υπουργείου Δικαιοσύνης κ. Γιώργος Σούρλας στους δύο οικονομικούς εισαγγελείς, με ελάχιστες όμως ελπίδες να αναδειχθεί κάτι σημαντικό...
Σύμφωνα με τα στοιχεία που απέστειλε το υπουργείο Δικαιοσύνης, η Daimler AG και οι θυγατρικές της εταιρείες προχώρησαν μέσω λογαριασμών υπεράκτιων εταιρειών τρίτων και με παραπλανητικές τιμολογήσεις σε δωροδοκία ύψους δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ σε ξένους αξιωματούχους από τουλάχιστον 22 χώρες, όπως η Κίνα, η Κροατία, η Αίγυπτος, η Ρωσία, η Σερβία, η Νιγηρία, η Τουρκία αλλά και η Ελλάδα. Το πρόστιμο που επιβλήθηκε στην πολυεθνική εταιρεία ανήλθε στα 185 εκατομμύρια δολάρια.
Αυτή η υπόθεση δεν είναι άγνωστη στις ελληνικές υπηρεσίες. Είχε αποκαλυφθεί στις 24 Μαρτίου 2010 με το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο και με τις αναφορές των αμερικανών αξιωματούχων για δωροδοκία και ελλήνων κρατικών υπαλλήλων ή κυβερνητικών παραγόντων. Χωρίς όμως οποιαδήποτε συνέχεια...
Η Daimler δραστηριοποιείται κυρίως με τη Mercedes στα πολυτελή επιβατηγά αυτοκίνητα για βουλευτές και υπουργούς, και σε στρατιωτικά οχήματα, πυροσβεστικά και ασθενοφόρα για την προμήθεια των οποίων είχαν πραγματοποιηθεί σωρεία διαγωνισμών. Ομως, το κύριο ενδιαφέρον είχε εστιασθεί στην αγορά - την περίοδο 1995-2003 - από τον ΟΣΕ 36 ντιζελομηχανών από την ADTranz, θυγατρική της Daimler Mercedes Benz.
Τότε είχε διατυπωθεί η άποψη ότι οι ντιζελομηχανές είχαν αγορασθεί κατά πολύ ακριβότερα από αντίστοιχες που είχαν πωληθεί στο εξωτερικό. Ακόμη, η ίδια θυγατρική εταιρεία είχε εμπλακεί μαζί με άλλες στην προμήθεια 120 συρμών του ΗΣΑΠ, συνολικού κόστους 138 εκατομμυρίων ευρώ, αλλά και λεωφορείων της ΕΘΕΛ.
Οταν στις αρχές του 2010 ανέκυψε το συγκεκριμένο ζήτημα με τις μίζες της Daimler, υπήρξαν διαβεβαιώσεις από υψηλόβαθμα στελέχη του υπουργείου Μεταφορών ότι θα διεξαχθεί εκτεταμένη έρευνα για τις προμήθειες αυτές. Το «Βήμα» επικοινώνησε με τότε ανώτατα στελέχη του υπουργείου Μεταφορών που ανέφεραν ότι «δεν θυμούνται αν τελικώς πραγματοποιήθηκε ή τι κατάληξη είχε η συγκεκριμένη διερεύνηση της υπόθεσης».
Υψηλόβαθμα, τότε, στελέχη του ΟΣΕ σημείωναν ότι «έχουν σχηματισθεί τα τελευταία χρόνια περίπου έξι δικογραφίες για παράτυπες συμβάσεις στον Οργανισμό, όμως καμία δεν αφορά την συγκεκριμένη ιστορία». Επιπλέον καμία γνώση για την πορεία της εσωτερικής έρευνας δεν είχαν και οι υπεύθυνοι της Διεύθυνσης Ελξης ή της Εταιρείας Διαχείρισης Σιδηροδρομικού Υλικού που σχετιζόταν με τις προμήθειες των ντιζελομηχανών.
Ωστόσο σύμφωνα με αναφορές άλλων υπηρεσιακών παραγόντων «τον φάκελο της υπόθεσης είχε ζητήσει τότε και ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, χωρίς όμως η συγκεκριμένη έρευνα να τελεσφορήσει». Στις εκθέσεις του Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης για τα έτη 2010 και 2011 δεν υπάρχει καμία αναφορά για την διερεύνηση του σκανδάλου της Daimler.
Σκάνδαλο προμήθειας των τρόλεϋ από τη ΜΑΝ
Άρση τραπεζικού απορρήτου για 44 πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και ο πρώην υπουργός Μεταφορών Χρήστος Βερελής για την υπόθεση Μan-ΗΛΠΑΠ, ζήτησε το 2012 ο ανακριτής, ο οποίος έχει ήδη ασκήσει δίωξη εναντίον τριών προσώπων.
Μεταξύ άλλων η λίστα περιλαμβάνει την Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου, Γιώργο Ζανιά και Γιάννη Μανιάτη. Σύμφωνα με τη δικογραφία στη χώρα μας διοχετεύτηκαν μίζες 16 εκατ. ευρώ για την προμήθεια των ΗΛΠΑΠ.
Η έρευνα του ανακριτή ξεκίνησε στα 44 πρόσωπα, όπου περιλαμβάνονται οι πρώην υπουργοί του ΠΑΣΟΚ Χρήστος Βερελής, Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου, Γιώργος Ζανιάς αλλά και γενικοί γραμματείς όπως ο Γιάννης Μανιάτης (νυν γραμματέας της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ) και Ιωάννης Κωνσταντινίδης, που λόγω της ιδιότητάς τους συμμετείχαν στις συνεδριάσεις της διακομματικής επιτροπής προμηθειών.
Σύμφωνα με τη δικογραφία και τις καταγγελίες των Γερμανών, μίζες 16 εκατ. ευρώ διοχετεύτηκαν στη χώρα μας για την προμήθεια των ΗΛΠΑΠ. Από τα ευρήματα προκύπτει ότι χρήματα βρέθηκαν σε λογαριασμούς και off shore εταιρείες με έδρα την Κύπρο και τις Παρθένες Νήσους.
Οι εταιρείες στις οποίες βρέθηκαν χρήματα είναι η Waker Trading Limited και η Felmont Trading Ltd καθώς και η Hillgress. Ειδικότερα στην πρώτη κατατέθηκαν την επίμαχη περίοδο 19 εκατ. ευρώ, ενώ στη δεύτερη 774.000 ευρώ. Σε λογαριασμό κατηγορούμενου εμφανίζονται 2,7 εκατ. ευρώ !
Η υπόθεση αποκαλύφθηκε όταν στις 7 Μαϊου 2009 έγινε έφοδος στα γραφεία της Man στο Σβάμπικ της Γερμανίας και συνελήφθησαν πρόσωπα τα οποία κατήγγειλαν το σκάνδαλο και τις μίζες στην Ελλάδα. Η προμήθεια έγινε το 2001, όταν υπουργός Μεταφορών ήταν ο Χρήστος Βερελής, και αφορούσε 90 διαξονικά ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα για τα ΗΛΠΑΠ.
Το μεγαλύτερο σκάνδαλο της μεταπολίτευσης, το σκάνδαλο Siemens
Έχει χαρακτηριστεί ως το νούμερο 1 σκάνδαλο διαφθοράς παγκοσμίως ενώ η Αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) θεωρεί την υπόθεση των «μαύρων ταμείων της Siemens», ως την μεγαλύτερη υπόθεση διαφθοράς στην ιστορία των παγκόσμιων αγορών. Το Αθηναϊκό Πρακτορείο συγκέντρωσε τα στοιχεία του σκανδάλου στην Ελλάδα αλλά και τις διεθνείς αγορές, και παρουσιάζει τις διαδρομές του μαύρου χρήματος της εταιρίας.
Επί της ουσίας, η υπόθεση ξεκίνησε να απασχολεί την ελληνική Δικαιοσύνη τον Δεκέμβριο του 2006 -είχε προηγηθεί μία έρευνα, που ανατέθηκε σε πταισματοδίκη για το ενδεχόμενο δωροδοκίας υπαλλήλων- υπό τη μορφή ενός ολιγοσέλιδου φακέλου με δημοσιεύματα για το «σκάνδαλο δωροδοκιών» με στοιχεία από τις έρευνες στη Γερμανία, που ήταν και το πρώτο υλικό για την προκαταρκτική εξέταση, η οποία ανατέθηκε τότε, στον εισαγγελέα Παναγιώτη Αθανασίου.
Τέσσερα χρόνια μετά, η διερεύνηση της υπόθεσης από τη Δικαιοσύνη βαίνει μετά πολλών εμποδίων προς το τέλος της φάσης συλλογής και αξιολόγησης στοιχείων και τα έως στιγμής δεδομένα και γεγονότα μπορούν να δοθούν με... τρεις αριθμούς:
Το 1, καθώς και για την Ελλάδα, όπως φαίνεται, πρόκειται για το «νούμερο 1 σκάνδαλο» από τη Μεταπολίτευση έως σήμερα.
Το 2, για τους δύο τρόπους, με τους οποίους από τα στοιχεία στοιχεία των ερευνών φαίνεται να χρησιμοποιήθηκαν από τη μητρική εταιρία, προκειμένου να διοχετευθούν χρήματα για δωροδοκίες.
Το 3, για τους κατηγορούμενους στην υπόθεση, που διέφυγαν στο εξωτερικό.
Η έρευνα των τριών Εφετών Ανακριτών περιλαμβάνει -έως στιγμής- τρεις δικογραφίες για την υπόθεση: Αυτή των πυραύλων PATRIOT, τη σύμβαση 8002 του ΟΤΕ και το σύστημα ασφαλείας C4I.
Ο φάκελος των PATRIOT αφορά τη συμφωνία του 1998 για προμήθεια πυραύλων από αμερικανική εταιρία με ανάθεση στη SIEMENS υποκατασκευαστικού έργου για τα ηλεκτρονικά συστήματα των όπλων.
Η υπόθεση «8002» αφορά την προγραμματική σύμβαση του ΟΤΕ με τη SIEMENS το 1997, για την προμήθεια ψηφιακών παροχών και τις επεκτάσεις της αρχικής, που έγιναν τα επόμενα χρόνια. Τέλος, η δικογραφία για τα συστήματα ασφαλείας των Ολυμπιακών Αγώνων αφορά τη σύμβαση του 2003 με την αμερικανική εταιρία SAIC για το έργο της κατασκευής εγκατάστασης και λειτουργίας του συστήματος C4I με υπεργολάβο τη SIEMENS.
Είναι πολύ πιθανό το επόμενο διάστημα να διαβιβαστούν στους τρεις Εφέτες και άλλες δικογραφίες για σκέλη της υπόθεσης, όπως αυτά που αφορούν συμβάσεις της SIEMENS για τον ΟΣΕ, για τα συστήματα ΕΡΜΗΣ, για την ΑΡΜΕΝΤΕΛ, την περίοδο που ανήκε στον ΟΤΕ, καθώς για τις προμήθειες υλικών στον χώρο της Υγείας.
Οι κατηγορίες που έχουν απαγγελθεί για την υπόθεση αφορούν τα αδικήματα της «ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας σε βάρος του Δημοσίου» (ή του ΟΤΕ), «νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα», «ηθική αυτουργία και άμεση συνέργεια σε δωροδοκία». Για την υπόθεση του C4I έχει απαγγελθεί επιπλέον κατηγορία για «απάτη σε βάρος του Δημοσίου» ενώ πρόσφατα μετά από αίτημα της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής ασκήθηκε ποινική δίωξη και για το αδίκημα της «συγκρότησης εγκληματικής οργάνωσης».
Ο απολογισμός της δικαστικής έρευνας
Από όλες τις φάσεις της δικαστικής διερεύνησης της υπόθεσης, τόσο από τον Εισαγγελέα Αθανασίου και εν συνεχεία τον Ειδικό Ανακριτή Ζαγοριανό, όσο και από τους Εφέτες Ανακριτές -που ανέλαβαν την υπόθεση τον Σεπτέμβριο του 2009- έχουν συλλεχθεί χιλιάδες στοιχεία.
Οι κατηγορούμενοι στην υπόθεση -ως τώρα- είναι 31. Από αυτούς οι 28 είχαν καταστεί κατηγορούμενοι από τον ανακριτή Ζαγοριανό και οι τρεις, οι Μαντέλης, Τσουγκράνης και Μάρκου, κλήθηκαν από τους Εφέτες μετά την ομολογία τού πρώην υπουργού ότι έλαβε χρήματα από την SIEMENS.
Έως στιγμής έχουν υποβληθεί 62 αιτήματα δικαστικής συνδρομής, συμπεριλαμβανομένων και των διευκρινιστικών αιτημάτων.
Οι χώρες από τις οποίες έχουν ζητηθεί στοιχεία για την υπόθεση, είτε αυτά είναι καταθέσεις μαρτύρων και κατηγορουμένων, είτε άνοιγμα λογαριασμών φυσικών και νομικών προσώπων, είτε πληροφορίες για εταιρίες, είναι οι Ελβετία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Κύπρος, Ρουμανία, Λιχτενστάιν, Ιταλία, Βέλγιο, Αυστρία (σσ. και προς τις τρεις Εισαγγελίες της χώρας), Μονακό, Λουξεμβούργο, ΗΠΑ, Ουρουγουάη και Αζερμπαϊτζάν.
Στην πλειονότητά τους τα αιτήματα έχουν ικανοποιηθεί ή έχει δρομολογηθεί η ικανοποίησή τους. Δεν έχει υπάρξει απάντηση ως τώρα από το Αζερμπαϊτζάν, προς το οποίο το αίτημα αφορούσε την κατάληξη εμβάσματος σε τράπεζα στο Μπακού, προερχόμενο από τροφοδότη λογαριασμό Ελβετικής τράπεζας με ενδιάμεση στάση στη Ρουμανία. Επίσης, δεν έχει απαντηθεί σχετικά πρόσφατο αίτημα προς τις ΗΠΑ, το οποίο, ωστόσο, εκτιμάται ότι θα ικανοποιηθεί σύντομα από την αμερικανική Δικαιοσύνη.
Η δικαστική συνδρομή προς την Ουρουγουάη αφορά αποκλειστικά τον καταζητούμενο κατηγορούμενο Χρήστο Καραβέλα και περιουσιακά στοιχεία, που έχει στη νοτιοαμερικανική χώρα.
Από το εξωτερικό οι Εφέτες ανακριτές έχουν πλήρη στοιχεία για την κίνηση 127 τραπεζικών λογαριασμών, προσώπων και εταιριών, για τους οποίους ζητήθηκε άρση απορρήτου. Πρόσωπα που εμπλέκονται στην υπόθεση έχουν εντοπιστεί να έχουν περισσότερους από έναν λογαριασμούς, ή εκτός από προσωπικούς να έχουν και λογαριασμούς σε εξωχώριες εταιρίες.
Πρόσφατα, στις χιλιάδες σελίδες της δικογραφίας προστέθηκαν εκατοντάδες σελίδες που αφορούν την κίνηση 40 τραπεζικών λογαριασμών του Καραβέλα, προσωπικών, ή εταιριών του. Όπως μάλιστα ακούγεται στο Εφετείο, ο εξαφανισμένος πρώην οικονομικός διευθυντής της SIEMENS έχει καταστεί κατηγορούμενος στην Ουρουγουάη για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα. Δίκην αστείου, δε, κυκλοφορεί ότι για να μην απολογηθεί εκεί επικαλείται την απαγόρευση εξόδου, που του έχει επιβληθεί στην Ελλάδα.
Και εντός της ελληνικής επικράτειας έχουν ανοιχθεί δεκάδες λογαριασμοί, ενώ εκκρεμούν απαντήσεις σε σχετικά αιτήματα των Εφετών από αρκετές τράπεζες. Από έκθεση αξιολόγησης συναλλαγών της Τράπεζας Ελλάδος για 25 πρόσωπα, που ελέγχθηκαν, πολλοί εκ των οποίων είναι κατηγορούμενοι, προέκυψαν στοιχεία για τη διακίνηση τεράστιων χρηματικών ποσών με μεγαλύτερο το ποσό των 43,5 εκατομμυρίων ευρώ, που εντοπίστηκε λογαριασμό κατηγορούμενου, στελέχους της SIEMENS.
Σε όλα τα στάδια της δικαστικής διερεύνησης ελήφθησαν 147 μαρτυρικές καταθέσεις, ενώ οι καταθέσεις υπόπτων, κάποιες εκ των οποίων είναι διπλές, ή τριπλές, φθάνουν τις 62. Από τα πρόσωπα αυτά κάποια είναι ήδη κατηγορούμενοι.
Η διακίνηση "μαύρου χρήματος"
Όπως εκτιμάται, οι λεγόμενες «ωφέλιμες πληρωμές» του γερμανικού κολοσσού χωρίζονται από άποψη οργάνωσης σε δύο περιόδους, ή και δύο τρόπους.
Ο πρώτος τρόπος, στην πρώτη «περίοδο της απλότητας», ήταν μέσω ενός τραπεζικού λογαριασμού -όπως ο λογαριασμός στην πόλη Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας- που εξυπηρετούσε σχεδόν αποκλειστικά τις επίμαχες πληρωμές τροφοδοτώντας με μαύρα ποσά τα πρόσωπα που θα μοίραζαν το χρήμα. Στη φάση αυτή, οι «διανομείς» του χρήματος άνοιγαν λογαριασμούς με κωδικές ονομασίες. Στην Ελληνική δικογραφία περιλαμβάνονται αυτοί οι λογαριασμοί που φέρουν ονόματα όπως «ΦΡΑΝΖ», «ΜΑΤΙ», «ΡΟΖΟΣ», «Α.ΡΟΚΟΣ», «ΝΙΚΟΣ» και «ΣΑΜΟΣ». Τα χρήματα ενίοτε παραδίδονταν και σε βαλίτσες. Σε κάποιες από αυτές τις περιπτώσεις, τα ποσά που διακινούνταν ήταν εξαιρετικά μεγάλα. Λέγεται πως από τον επίμαχο αυστριακό λογαριασμό πιθανόν διακινήθηκαν προς διάφορες κατευθύνσεις ποσά που υπερβαίνουν τα 100 εκατομμύρια ευρώ. Στο Εφετείο ακούγεται πως κατηγορούμενος στην υπόθεση, ο οποίος συνδέεται και με τον λογαριασμό της Αυστρίας, πρώην στέλεχος της SIEMENS, με πολλές εξωχώριες εταιρίες, κατάφερε να «φέρει» πριν λίγα χρόνια στην Ελλάδα 20 εκατομμύρια ευρώ.
Στη δεύτερη φάση η όλη διαδικασία -πιθανότατα και λόγω αλλαγών στη γερμανική νομοθεσία για τις εταιρίες- έγινε πιο δαιδαλώδης. Όπως προκύπτει από καταθέσεις πρώην υψηλόβαθμων στελεχών της μητρικής εταιρίας, που περιλαμβάνονται στην ελληνική δικογραφία, στήθηκε ένας περίπλοκος μηχανισμός με την έκδοση εικονικών τιμολογίων για παροχή υπηρεσιών και τη δημιουργία δεκάδων εξωχώριων εταιρών, ώστε να μπορούν να εκταμιεύονται χρήματα και μέσω διαδρομών με πολλές... στάσεις να καταλήγουν στους προορισμούς τους.
Όταν ξέσπασε το σκάνδαλο στη Γερμανία, η SIEMENS είχε κάνει λόγο για υπεξαίρεση σε βάρος της εκ μέρους στελεχών της σε λογαριασμούς των οποίων είχαν εντοπιστεί μεγάλα χρηματικά ποσά. Οι καταθέσεις πολλών από αυτούς έδωσαν τη διάσταση του σκανδάλου εκτεταμένης διαφθοράς στην υπόθεση, καθώς ομολογούσαν πως δεν επρόκειτο για υπεξαίρεση σε βάρος της SIEMENS, αλλά για ένα «πολυπλόκαμο και εξεζητημένο σύστημα δωροδοκιών», που είχε στήσει η εταιρία για να λαμβάνει έργα σε πολλές χώρες του κόσμου. Το σχέδιο της εταιρίας υιοθετήθηκε και στην Ελλάδα. Έτσι προέκυψαν οι δύο εταιρίες (PLACID και FAIRWAYS), που οι κατηγορούμενοι επιχειρηματίες ιδρυτές τους ομολόγησαν ότι δημιούργησαν καθ'Α υπόδειξη του Μιχάλη Χριστοφοράκου. Μόνο μέσα σε δύο χρόνια οι δύο εταιρίες, που οι λογαριασμοί τους «πρωταγωνιστούν» ως παραλήπτες και αποστολείς χρημάτων, φαίνεται να έχουν διακινήσει πολλά εκατομμύρια ευρώ. Στην ελληνική δικογραφία περιλαμβάνονται περίπου 30 τέτοιες εταιρίες, είτε ως τελικοί αποδέκτες χρημάτων, είτε ως ενδιάμεσοι σταθμοί. Το πρόβλημα με όλες αυτές τις διαδικασίες για τη διακίνηση παράνομου χρήματος είναι πως σε πάρα πολλές περιπτώσεις οι πραγματικοί παραλήπτες χρημάτων δεν έχουν εντοπιστεί, καθώς από τα δεκάδες σχεδιαγράμματα, που δημιουργήθηκαν, βάσει των στοιχείων προκύπτει μία κυκλική πορεία των χρημάτων και εμφανίζονται χρηματικά ποσά να ξεκινούν και να καταλήγουν στα ίδια πρόσωπα.
Οι τρεις "απώλειες" της έρευνας
Τρεις από τους κορυφαίους της SIEMENS ΕΛΛΑΣ έχουν διαφύγει στο εξωτερικό, οι δύο λίγο πριν τις απολογίες τους στον ανακριτή Ζαγοριανό και ο τρίτος σε ανύποπτο χρόνο.
Στις 20 Μαϊου του 2009 ο Μιχάλης Χριστοφοράκος, ο οποίος είχε λάβει προθεσμία για την απολογία του, κατηγορούμενος για δύο κακουργήματα στην υπόθεση της 8002, δεν εμφανίζεται στον ανακριτή Ζαγοριανό, που εκδίδει ένταλμα σύλληψης. Λίγες μέρες μετά, ο Μ. Χριστοφοράκος βρίσκεται ενώπιον των γερμανικών αρχών, όπου, προκειμένου να καταστεί εκεί κατηγορούμενος και να μην εκδοθεί στην Ελλάδα, καταθέτει ότι υπήρξαν δωροδοκίες κομμάτων και κρατικών λειτουργών στη χώρα. Οι γερμανικές αρχές έχουν αρνηθεί την έκδοση του για τις κατηγορίες που αιτήθηκε η Ελλάδα και έτσι ο Χριστοφοράκος καταδικάστηκε από τη γερμανική Δικαιοσύνη για δωροδοκία πλημμεληματικού βαθμού.
'Αλλη μία «αναχώρηση» κατηγορουμένου, όμως, λίγες ημέρες μετά, στις 29 Μαϊου, δυναμιτίζει την έρευνα του κ. Ζαγοριανού. Ο κατηγορούμενος πρώην οικονομικός διευθυντής της ελληνικής SIEMENS, Χρήστος Καραβέλας, εξαφανίζεται έπειτα από προθεσμία που είχε λάβει για την απολογία του. Ο ανακριτής εκδίδει εντάλματα σύλληψης για τη σύζυγο και τις κόρες τού Καραβέλα. Μετά τις απολογίες τους, με τη σύμφωνη γνώμη του Εισαγγελέα, μάνα και μεγαλύτερη κόρη οδηγούνται στη φυλακή, ενώ στις άλλες δύο κόρες του καταζητούμενου επιβάλλονται περιοριστικοί όροι με χρηματικές εγγυήσεις ενός εκατομμυρίου ευρώ, ποσό που τελικώς μειώνει στις 30.000 ευρώ, με βούλευμά του, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών.
Αρχές Ιουνίου 2009 απολογείται στον ανακριτή ο πρώην πρόεδρος της ελληνικής SIEMENS και πρώην μεγάλο στέλεχος της μητρικής εταιρίας, Φόλκερ Γιουνγκ, ο οποίος αφήνεται ελεύθερος με απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και υποχρέωση εμφάνισης στο Αστυνομικό τμήμα Πάρου, όπου δηλώνει μόνιμη κατοικία. Ο κ. Γιουνγκ, ενάμιση χρόνο μετά, τον Νοέμβριο του 2010, συμπληρώνει με την επισήμως «υπό αγνώστων συνθηκών» διαφυγή του, τον κατάλογο των μεγάλων απουσιών στην υπόθεση της SIEMENS.
Η παγκόσμια διάσταση του σκανδάλου Siemens
Σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού Υπουργείου Δικαιοσύνης, οι παράνομες πληρωμές της SIEMENS και θυγατρικών της σε Ευρώπη, Ασία, Αφρική, Αμερική και Μέση Ανατολή ενδέχεται να αγγίζουν το ποσό των 1,4 δισ. δολαρίων.
Η αμερικανική Δικαιοσύνη εκτιμά ότι από το 2001 έως το 2007 -το 2001 η SIEMENS εισήχθη στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης- πληρώθηκαν 54,5 εκατομμύρια δολάρια για άγνωστους σκοπούς, 341 εκατομμύρια δολάρια σε συμβούλους επιχειρήσεων, για άγνωστους, ή αναιτιολόγητους λόγους, και περίπου 800 εκατομμύρια δολάρια κατευθύνθηκαν σε δωροδοκίες σε αξιωματούχους χωρών, μέσω μηχανισμών πληρωμών, είτε μέσω εταιριών, είτε με χρήματα στο χέρι.
Τα συνολικά πρόστιμα και χρηματικές ποινές που σε ΗΠΑ και Γερμανία επιβλήθηκαν για το σκάνδαλο στην εταιρία και σε θυγατρικές της, εκτιμάται στην Αμερική, ότι αγγίζουν τα 1,6 δισ. δολάρια.
Εκτός του προστίμου των 450 εκατομ. δολαρίων, που συμφωνήθηκε το 2008 με την αμερικανική Δικαιοσύνη να καταβάλει η SIEMENS, επιβλήθηκε και πρόστιμο ύψους 350 εκατομ. δολαρίων για διαφυγόντες φόρους, ενώ η εταιρία υποχρεώθηκε για 4 χρόνια να ενημερώνει το FBI και το υπουργείο Δικαιοσύνης για όλες τις συναλλαγές της. Το συνολικό ποσό των 800 εκατομ. δολαρίων, σύμφωνα με την αμερικανική Δικαιοσύνη, είναι το μεγαλύτερο που έχει επιβληθεί στην χώρα τα τελευταία 30 χρόνια για υποθέσεις διαφθοράς.
Μεγάλο ρόλο στην υπόθεση έπαιξε η αμερικανική δικηγορική εταιρία Debevoise & Plimpton (σσ. ιδρύθηκε το 1931), η οποία κλήθηκε να διενεργήσει εσωτερικό έλεγχο στη SIEMENS το 2006, οπότε γιγαντώθηκε η υπόθεση από τα στοιχεία, που ήρθαν στο φως. Η δικηγορική εταιρία παρέδωσε ογκωδέστατο φάκελο, με πολλά στοιχεία για τη διακίνηση χρημάτων και όχι μόνον, στον εισαγγελέα Αθανασίου, όταν ξεκίνησε την έρευνα του.
Η αμερικανική εταιρία έχει ανακοινώσει επίσημα ότι κατά τη διάρκεια της διετούς της έρευνας έλαβε 1.750 συνεντεύξεις εργαζομένων στη SIEMENS κ.α, προέβη σε έλεγχο 82 εκατομ. εγγράφων, επανέλεγξε 14 εκατομ. από αυτά, ανέλυσε 38 εκατομ. οικονομικές συναλλαγές και εξέτασε 10 εκατομ. τραπεζικά στοιχεία.
Έρευνα για ξέπλυμα χρήματος κατά της Commerzbank
Έρευνα στις δραστηριότητες της δεύτερης μεγαλύτερης γερμανικής τράπεζας, της Commerzbank AG, φέρεται να έχει αρχίσει η εισαγγελία του Μανχάταν στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως μετέδωσε η εφημερίδα Wall Street Journal τον Σεπτέμβριο του 2014.
Η Commerzbank φέρεται να κατηγορείται για παραβιάσεις των νόμων που σχετίζονται με το ξέπλυμα χρήματος.
Αφού απέτυχαν να στοιχειοθετήσουν ποινικές κατηγορίες για ηχηρές υποθέσεις που ανάγονται στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-2009, οι Αρχές των ΗΠΑ έχουν επικεντρώσει το ενδιαφέρον τους σε άλλου τύπου εγκληματικές δραστηριότητες στο εσωτερικό του χρηματοπιστωτικού συστήματος, περιλαμβανομένου του ξεπλύματος χρήματος, της φοροδιαφυγής και των παραβιάσεων κυρώσεων.
Πηγές δήλωσαν στο πρακτορείο Reuters νωρίτερα αυτό τον μήνα πως η Commerzbank είναι κοντά σε εξωδικαστική συμφωνία με τις Αρχές των ΗΠΑ σχετικά με τις συναλλαγές της με το Ιράν και άλλες χώρες που βρίσκονται σε καθεστώς κυρώσεων από τις ΗΠΑ. Μια πηγή δήλωσε πως αναμένεται να πληρώσει περίπου 650 εκατομμύρια δολάρια.
Η εισαγγελία του Μανχάταν διερευνά τώρα κατηγορίες σύμφωνα με τις οποίες η Commerzbank ασκούσε πολύ χαλαρό έλεγχο για τον εντοπισμό και την αποτροπή του ξεπλύματος χρήματος, ανέφερε η WSJ, επικαλούμενη μη κατονομαζόμενες πηγές που ενημερώθηκαν για την έρευνα.
Ανέφερε πως αξιωματούχοι των ΗΠΑ σκέπτονται τώρα αν πρέπει να ενοποιήσουν την έρευνα για την παραβίαση των κυρώσεων και εκείνη για ξέπλυμα χρήματος σε έναν διακανονισμό, κάτι που θα μπορούσε να καθυστερήσει την εξεύρεση μιας λύσης και να προσθέσει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια στα πρόστιμα που θα κληθεί ενδεχομένως να καταβάλει η Commerzbank.
Η Commerzbank αρνήθηκε να σχολιάσει.
Μερικές τράπεζες έχουν ήδη τιμωρηθεί για παραβιάσεις των κυρώσεων και των νόμων για ξέπλυμα χρήματος. Η γαλλική BNP Paribas παραδέχθηκε ενοχή νωρίτερα φέτος σε δύο κατηγορίες και συμφώνησε να καταβάλει σχεδόν εννέα δισεκατομμύρια δολάρια για την παραβίαση των κυρώσεων που επιβάλλουν οι ΗΠΑ εναντίον του Σουδάν, της Κούβας και του Ιράν.
Σκάνδαλο στη Deutsche Bank με την εμπορία ρύπων
Κατηγορίες εναντίον επτά εν ενεργεία και ενός πρώην εργαζομένων της Deutsche Bank απήγγειλαν οι εισαγγελικές αρχές στη Φρανκφούρτη, για συνομωσία με σκοπό τη φοροδιαφυγή στο εμπόριο των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων πριν από τουλάχιστον πέντε χρόνια.
Οι εισαγγελείς δεν ανέφεραν σήμερα την Deutsche Bank, αλλά πηγές με γνώση του θέματος την κατονόμασαν ως την εμπλεκόμενη τράπεζα.
Οι εισαγγελείς στη Φρανκφούρτη ερεύνησαν περισσότερους από 24 εν ενεργεία ή πρώην υπαλλήλους της μεγαλύτερης γερμανικής τράπεζας, ανάμεσά τους ένας εκ των επικεφαλής της, ο Γιούργκεν Φίτσεν, και ο πρώην οικονομικός διευθυντής Στέφαν Κράους.
«Η έρευνά μας συνεχίζεται. Συνεργαζόμαστε με τις αρχές» ανέφερε η Deutsche Bank σε ανακοίνωση που εξέδωσε.
Η ευρωπαϊκή αγορά ρύπων δέχθηκε πλήγμα το 2009 και το 2010 από το λεγόμενο εμπόριο καρουζέλ, όπου οι αγοραστές εισήγαν άδειες εκπομπής ρύπων σε μια ευρωπαϊκή χώρα χωρίς να αποδίδουν ΦΠΑ και μετά τις πουλούσαν μεταξύ τους, προσθέτοντας τον ΦΠΑ στην τιμή με αποτέλεσμα να επωφελούνται από επιστροφή φόρων που δεν είχαν καταβάλει.
Τουλάχιστον 14 άτομα έχουν μέχρι στιγμής φυλακιστεί σε τρεις χώρες για την εμπλοκή τους στην απάτη με τον ΦΠΑ στο εμπόριο δικαιωμάτων ρύπων. Σύμφωνα με την Europol, η παράνομη αυτή πρακτική έχει κοστίσει στους φορολογουμένους πάνω από 5 δισεκ. ευρώ από το 2008.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας, η τράπεζα κατέβαλε 220 εκατ. ευρώ για επιστροφές που είχαν παρατύπως δηλωθεί.
Σκάνδαλο με μίζες αλά Siemens με την Deutsche Telekom που αγόρασε τον ΟΤΕ
Η γερμανική Deutsche Telekom αγόρασε ως γνωστόν το 2008 -και με τη ΝΔ στην κυβέρνηση- τον ΟΤΕ, με την απόκτηση ποσοστού πλειοψηφίας.
Πριν μερικά χρόνια στη Γερμανία αποκαλύφθηκε ένα φοβερό θέμα που είναι σκάνδαλο αλά Siemens με την Deutsche Telekom και τις δραστηριότητες της στη Νοτιανατολική Ευρώπη. Τι συνέβη;
Στις 31 Αυγούστου του 2010 έκαναν έφοδο στο γραφείο και το σπίτι του Ρενε Ομπερμαν, που είναι διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Telekom από το Νοέμβριο του 2006, περίπου 70 εισαγγελείς και στελέχη της οικονομικής αστυνομίας και τα έκαναν φύλλο και φτερό. Το ίδιο συνέβη στα γραφεία και τα σπίτια περίπου άλλων δέκα στελεχών της Deutsche Telekom.
Η έφοδος έγινε στο πλαίσιο μυστικής έρευνας την οποία έχει ξεκινήσει η Υπηρεσία Ασφαλείας της Αμερικάνικης Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς («SEC») και η οποία αφορά τις δραστηριότητες της Magyar Telekom στηv Ουγγαρία,, το συντριπτικό ποσοστό της οποίας, σε επίπεδο 80%, ανήκει στην Deutsche Telekom.
Με "όχημα" την Magyar Telekom η Deutsche Telekom είχε προχωρήσει στη διεκδίκηση και εξαγορά περιφερειακών μονοπωλίων στις τηλεπικοινωνίες στην περιοχή των Βαλκανίων και συγκεκριμένα στα Σκόπια και το Μαυροβούνιο.
Η έρευνα αφορά λοιπόν τεράστιες μίζες που δόθηκαν, πριν από μια περίπου πενταετία, σε αξιωματούχους των συγκεκριμένων μονοπωλίων για τις εξαγορές αυτές. Σε μια από τις περιπτώσεις ερευνάται μάλιστα και τυχόν εμπλοκή Ελλήνων ιδιωτών.
Επειδή πάντως λίγα χρόνια αργότερα η Deutsche Telekom απέκτησε με τον γνωστό τρόπο και τις ευλογίες της τότε κυβέρνησης τον έλεγχο του ΟΤΕ, θα έχει ενδιαφέρον να φανεί αν θα ανακύψει και ελληνική διάσταση στο σκάνδαλο.
Το σίγουρο είναι ότι η γερμανική εταιρεία που κατέχει τον ΟΤΕ ελέγχεται αυτή τη στιγμή για σκάνδαλο με μίζες, ενδεχομένως πολύ μεγαλύτερο και ευρύτερο από αυτό της Siemens.
Επίσης πρέπει να σημειώσω ότι και το σκάνδαλο της Siemens αποκαλύφθηκε ύστερα από έφοδο εισαγγελέων και αστυνομικών στα γραφεία της εταιρείας λόγω έρευνας που ζήτησε το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης...
Η έφοδος στους χώρους του Ρενε Ομπερμαν και των άλλων έμεινε μυστική για δύο εβδομάδες. Την αποκάλυψε χθες το γερμανικό περιοδικό "Οικονομική Εβδομάδα" και την αναπαρήγαγε το "Σπήγκελ"..
Μίζες σε Έλληνες αξιωματούχους και για τα υποβρύχια της Ferrostaal
Μετά τη Siemens, τη ΜΑΝ, την Daimler και η γερμανική εταιρεία Ferrostaal AG φέρεται να έδωσε μίζες δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ σε Έλληνες αξιωματούχους, ώστε να κερδίσει το συμβόλαιο για την κατασκευή των υποβρυχίων 214 του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού το 2000, σύμφωνα με την «Καθημερινή». Μόνο για το «Παπανικολής», σύμφωνα με τις καταθέσεις που έγιναν στην Εισαγγελία του Μονάχου, δόθηκαν 10-12 εκατομμύρια ευρώ, ενώ γενικά οι προμήθειες-ρεκόρ που καταβάλλονταν από τους Γερμανούς ξεπερνούσαν το 5% του κόστους της παραγγελίας.
Η εισαγγελική έρευνα στο Μόναχο για την υπόθεση της εταιρίας ΜΑΝ, στην οποία επίσης είχαν προκύψει παράνομες πληρωμές σε Έλληνες, είχε σαν αποτέλεσμα οι αρχές να ανακαλύψουν μία σειρά παράνομων πληρωμών που αφορούσαν κατασκευή και πώληση υποβρυχίων στην Πορτογαλία, το Πακιστάν και την Ελλάδα.
Η ΜΑΝ κατείχε την Ferrostaal, έως ότου αγοράσει την πλειοψηφία των μετοχών η International Investment Company του Αμπου Ντάμπι, την 1η Ιανουαρίου του 2008. Μία κρατική εταιρεία του Αμπου Ντάμπι, η Αμπου Ντάμπι Μαρ, αγόρασε πρόσφατα και τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, που επίσης εμπλέκονται στην κατασκευή των υποβρυχίων. Η ΜΑΝ κράτησε το 30% της Ferrostaal.
Μάλιστα, στελέχη της γερμανικής εταιρείας χαρακτήρισαν τις παράνομες πληρωμές σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Πορτογαλία, «νηπιαγωγείο» μπροστά σε όσα γίνονταν στην Ελλάδα.
Η Εισαγγελία του Μονάχου διενεργεί ανάκριση εναντίον 4 πρώην στελεχών της εταιρείας στον τομέα των πωλήσεων στο εξωτερικό, ενώ δύο μέλη του Δ.Σ. έχουν προφυλακιστεί. Η εταιρεία παραδέχθηκε ότι διενεργείται έρευνα, αλλά «κατά συγκεκριμένων προσώπων και για συγκεκριμένα εγχειρήματα».
Τις προηγούμενες μέρες στελέχη της εταιρείας κατέθεσαν στον εισαγγελέα, ενώ την περασμένη Τετάρτη έγινε έφοδος των γερμανικών αρχών στα γραφεία της εταιρείας στο Έσσεν.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα, μέχρι την αλλαγή του νόμου στη Γερμανία το 1999, πληροφορίες αναφέρουν ότι οι δωροδοκίες γίνονταν κατευθείαν προς τους αξιωματούχους που έπαιρναν τις αποφάσεις προς όφελος της γερμανικής εταιρείας. Στη συνέχεια άρχισε να μεσολαβεί δικηγορικό γραφείο της Ζυρίχης που έπαιρνε ποσοστά 10% και είχε συγκροτήσει δίκτυο υπεράκτιων εταιρειών. Μία τέτοια εταιρεία με έδρα το Λονδίνο, η Marine Force International (MFI), στην οποία συμμετείχαν κατά 50% η Ferrostaal και κατά 50% η Thyssen Krupp Marine Systems, διαχειριζόταν τις δουλειές των υποβρυχίων.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, σύμφωνα με τις ενδείξεις της Εισαγγελίας του Μονάχου, τα χρήματα έφευγαν από την MFI και υπό την υψηλή εποπτεία ενός 60χρονου Ελληνα μοιράζονταν «χρήσιμες (σ.σ. παράνομες) πληρωμές», για τη σύμβαση των 1,8 δισ. ευρώ που αφορούσαν την κατασκευή των υποβρυχίων 214, οι οποίες αποτελούν ακόμα το «μήλον της Εριδος» μεταξύ του ελληνικού και του γερμανικού Δημοσίου. Ολα τα παραπάνω προκύπτουν από κατάθεση που δόθηκε στην Εισαγγελία του Μονάχου, πριν από την έφοδο στο Εσσεν.
Μέλος της διοίκησης της εταιρείας του Λονδίνου είναι ο Κλάους Λέσκερ, που ανακρίθηκε την περασμένη Τετάρτη στο Μόναχο. Σύμφωνα με τις πρώτες καταθέσεις, από το Λονδίνο ήταν «ευκολότερο να λαδώνει κανείς παρά από το Εσσεν». Τα στελέχη της εταιρείας που εξετάστηκαν δήλωσαν έκπληκτα από το γεγονός ότι σε μία χώρα της «Ευρωπαϊκής Ενωσης ζητούσαν και έπαιρναν τόσο υψηλές μίζες». Τα στελέχη αυτά επιβεβαίωσαν, σύμφωνα με πληροφορίες, ότι στην Ελλάδα, όπως και στην Πορτογαλία, κατεβλήθησαν μίζες σε αξιωματούχους που ελάμβαναν τις αποφάσεις για την παραγγελία των υποβρυχίων.
Ο Ελληνας μεσάζων προετοίμαζε για τον σκοπό αυτό «συμβόλαια συμβούλων», αλλά στην πραγματικότητα ήταν «αχυράνθρωπος». Το κεντρικό διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας γνώριζε για τις πληρωμές αυτές, που σε κάποιες περιπτώσεις προσέγγιζαν το 2,5-3% της σύμβασης. Στην Ελλάδα, ωστόσο, ξεπέρασαν το 5% ή τα 50 εκατομμύρια ευρώ και φαίνεται ότι δόθηκαν για προμήθεια σε συγκεκριμένη εταιρία απ’ όπου, σύμφωνα με τις πρώτες καταθέσεις, κατευθύνθηκαν σε κρατικούς αξιωματούχους.
Για το «Παπανικολής», το πρώτο από τα υποβρύχια που παρελήφθησαν από το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, κατεβλήθη από το υπουργείο Εθνικής Αμυνας το 75% του τιμήματος, κάπου 250 εκατομμύρια ευρώ. Καθώς οι «μίζες» δίνονταν pro rata, δηλαδή ανάλογα με το ύψος της πληρωμής από τον πελάτη προς τις κατασκευάστριες εταιρείες, για το υποβρύχιο που «έγερνε» κατεβλήθησαν, σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις της έρευνας, περίπου 10-12 εκατομμύρια ευρώ σε «χρήσιμες πληρωμές». Οι συνολικές πληρωμές, και ενόψει του γεγονότος ότι η κοινοπραξία Ferrostaal/HDW αγόρασε το 2001 τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, «πρέπει να ήταν πολύ υψηλότερες», σύμφωνα με μία κατάθεση που δόθηκε στο Μόναχο.
Μίζες – καμουφλάζ στα αντισταθμιστικά
Φαίνεται από καταγγελίες στελεχών της Ferrostaal ότι οι μίζες σε Έλληνες κρατικούς αξιωματούχους καμουφλαρίστηκαν στα προγράμματα των αντισταθμιστικών.
Αναλυτικά, το 2000 το ΥΠΕΘΑ, μαζί με την αρχική προμήθεια των τριών υποβρυχίων Τύπου Παπανικολής που κόστισε 1,26 δισ. ευρώ, υπέγραψε με τη γερμανική HDW μία σύμβαση για την υλοποίηση αντισταθμιστικών ωφελημάτων, ονομαστικής αξίας 281 εκατομμυρίων ευρώ. Το ίδιο συνέβη και με την προμήθεια του τέταρτου υποβρυχίου και τον εκσυγχρονισμό τριών παλαιότερων υποβρυχίων του Πολεμικού Ναυτικού.
Το κόστος της προμήθειας του τέταρτου υποβρυχίου το 2002 ανήλθε στα 396,18 εκατομμύρια ευρώ και η σύμβαση του εκσυγχρονισμού των παλαιότερων υποβρυχίων που υπογράφηκε την ίδια ημέρα ανήλθε στα 876, 88 εκατ. ευρώ. Η συμφωνία των αντισταθμιστικών ωφελημάτων είχε ονομαστική αξία περίπου στο 8% των κύριων συμβάσεων.
Την υλοποίηση των αντισταθμιστικών ωφελημάτων ανέλαβε η HDW και η επίσης γερμανική εταιρία Ferrostaal. Η πλειονότητα των προγραμμάτων αφορούσε την παροχή εξοπλισμού και μεταφοράς τεχνογνωσίας στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά για την κατασκευή των Υποβρυχίων. Είχαν συμφωνηθεί επίσης να πραγματοποιηθούν και κάποια προγράμματα στον εμπορικό τομέα των Ναυπηγείων τα οποία παραμένουν ανεκτέλεστα.
Το υπουργείο Άμυνας μέχρι στιγμής δηλώνει άγνοια για το θέμα αλλά συνεργάτες του υπουργού Ευάγγελου Βενιζέλου σχολιάζουν ότι εφόσον έρθουν στοιχεία από τις γερμανικές αρχές το Υπουργείο θα τα παραπέμψει στη δικαιοσύνη για να αρχίσει η σχετική έρευνα.
Συντάκτης: Παναγιώτης Ηλιάδης
Πηγή: news.makedonias.gr
0 Σχόλια