Μόδα στα εστιατόρια της Νέας Υόρκης και του Λονδίνου έχει γίνει το ελληνικό κρασί, ιδιαίτερα το λευκό, γεγονός ιδιαίτερα ενθαρρυντικό για τις ελληνικές εξαγωγές, όπως δήλωσε στο «Πρακτορείο 104,9 FM» και το ΑΠΕ-ΜΠΕ ο οινοποιός Ευάγγελος Γεροβασιλείου. Διατύπωσε, μάλιστα, την εκτίμηση ότι η ποσότητα κρασιού που παράγεται σήμερα στην Ελλάδα πιθανότατα δεν θα επαρκεί για τις εξαγωγές του μέλλοντος.
«Στα εστιατόρια της Νέας Υόρκης και του Λονδίνου το ελληνικό κρασί είναι το τελευταίο διάστημα το “φάσιον” και τα συγκεκριμένα σημεία του πλανήτη είναι αυτά που λειτουργούν ώς κανάλια διάδοσης της φήμης των οίνων παγκοσμίως […] Αυτό μας δίνει φτερά ότι στα επόμενα χρόνια η ποσότητα του ελληνικού κρασιού που παράγεται σήμερα δεν θα επαρκεί για τις εξαγωγές μας. Το λέω αυτό με μεγάλη σιγουριά. Πρέπει όμως να φροντίσουμε το κρασί να είναι και στο μέλλον εξίσου καλό με αυτό που παράγεται σήμερα, να μην οδηγηθούμε δηλαδή σε πολύ “μαζικό” και φθηνό κρασί γιατί εκεί ο ανταγωνισμός διεθνώς είναι πολύ μεγάλος» λέει ο κ.Γεροβασιλείου. Πώς μπορεί όμως να διασφαλιστεί αυτό;
Κατά τον κ. Γεροβασιλείου, οι ποιοτικές προδιαγραφές στις εξαγωγές κρασιού μπορούν να διασφαλιστούν «παράγοντας ελληνικές ποικιλίες, αλλά υπό την προϋπόθεση το αμπέλι να καλλιεργείται σε περιοχές όπου δίνεται το καλύτερο ποιοτικά προϊόν. Οι περιοχές αυτές δεν είναι δυστυχώς εκείνες που παράγουν τις μεγαλύτερες ποσότητες. Πρόκειται για τις ημιορεινές, νησιωτικές περιοχές, όπου οι ποσότητες [της παραγωγής] είναι πολύ μικρότερες αλλά πολύ ποιοτικές -και αυτό είναι το μεγάλο ατού για εξαγωγές μας».
«Η ελληνική παραγωγή είναι μόλις το 1,2% της παγκόσμιας. Το όνομά μας όμως είναι πολύ μεγαλύτερο»
Ο ίδιος σημειώνει ότι παρότι η ελληνική παραγωγή κρασιού αντιστοιχεί περίπου στο 1,2% της παγκόσμιας, το όνομα της Ελλάδας στα κρασιά είναι πολύ μεγαλύτερο. «Έχουμε μια υπεραξία στο όνομά μας και αυτή τη στιγμή το ελληνικό κρασί εξάγεται σε σχεδόν όλον τον κόσμο. Βλέπουμε σε όλους τους διεθνείς διαγωνισμούς ότι τα ελληνικά κρασιά φέρνουν τα μεγαλύτερα βραβεία και γίνεται μια αναγνώριση της ποιότητάς τους σε όλον τον κόσμο.
«Η σχέση ποιότητας- τιμής των λευκών μας κρασιών είναι σήμερα η καλύτερη του κόσμου. Και στα κόκκινα είμαστε σε πολύ καλό δρόμο. Έχουμε μεγάλη δυναμική στα κόκκινα και ελπίζω ότι η εξέλιξη μελλοντικά θα είναι πολύ καλύτερη» προσθέτει ο κ.Γεροβασιλείου.
Η κρίση άνοιξε πόρτες. Και μυαλά.
Στο μεταξύ, η οικονομική κρίση φαίνεται ότι είχε θετικές συνέπειες για τα ελληνικά κρασιά. «Η Ελλάδα βρίσκεται παγκοσμίως σε όλα τα χείλη λόγω της οικονομικής κρίσης. Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια αγάπη προς το ελληνικό, μια συμπάθεια διεθνώς. Αυτό πολλές φορές ανοίγει πόρτες για ελληνικά προϊόντα. Και το λέω με σιγουριά γιατί βλέπουμε ξαφνικά χώρες όπου ήταν δύσκολο να κάνουμε εξαγωγές, όπως η Κίνα, η Ρωσία και οι ΗΠΑ, να προτιμούν πολύ πιο εύκολα τα ελληνικά προϊόντα. Στην αρχή [τα αγοράζουν] για να βοηθήσουν την Ελλάδα και μετά διαπιστώνουν ότι η ποιότητα είναι εξαιρετική [κι εξακολουθούν να τα προτιμούν]. Η κρίση άνοιξε πόρτες για τις εξαγωγές αλλά άνοιξε και τα μυαλά των ανθρώπων στην Ελλάδα, αύξησε την ευρηματικότητά τους για να αναζητήσουν διεξόδους. Πρέπει τα ελληνικά γεωργικά προϊόντα να τα βελτιώσουμε, να τα εξελίξουμε, να τα συσκευάσουμε και να τα εμπορευθούμε οι ίδιοι, όπως κάνουν οι Ιταλοί και οι Γάλλοι» σημειώνει ο Γεροβασιλείου.
Επιχείρηση για γενεές οκτώ, αρκεί να προσέξεις …πού φυτεύεις
Ερωτηθείς για τα μικρά οινοποιεία που ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια σε όλη την Ελλάδα, ο κ.Γεροβασιλείου σημειώνει: «Για όποιον θέλει να ασχοληθεί με το κρασί, υπάρχει μέλλον. Αρκεί να υπάρχει μεγάλη αγάπη και γνώση. Πολλοί κατευθύνονται τελευταία στην οινοποίηση και την παραγωγή κρασιού. Υπάρχουν όμως ορισμένοι που το βλέπουν σαν επιχειρηματική διέξοδο χωρίς να έχουν τις απαραίτητες γνώσεις και έτσι εγκαθιστούν αμπελώνες σε περιοχές που δεν πρέπει. Επειδή η ποιότητα είναι το κριτήριο για να προχωρήσουν οι εξαγωγές, αυτά τα οινοποιεία δεν θα έχουν μεγάλο μέλλον. Χρειάζεται μελέτη [ως προς το πού θα δημιουργηθεί ο αμπελώνας και με ποιες ποικιλίες] και όχι να κάνουμε αντιγραφή από άλλους που πηγαίνουν καλά. Μπορεί στην περιοχή μας οι κλιματικές και εδαφολογικές συνθήκες να μην ευνοούν τη συγκεκριμένη ποικιλία. Χρειάζεται συμβουλή ειδικών αμπελουργών και οινοποιών. Οταν η διαδικασία γίνεται σωστά έχει μέλλον. Η επιχείρηση του κρασιού είναι πολλών γενεών άλλωστε. Το αμπέλι ζει πάνω από 100 χρόνια και με μια αναμπέλωση μπορεί να συνεχιστεί για την έβδομη και όγδοη γενιά οινοπαραγωγών».
Βιολογικά κρασιά προς 600 ευρώ η φιάλη και το αντιντάμπινγκ
Στο μεταξύ, την πεποίθηση ότι αν τα γαλλικά κρασιά είναι διαχρονικά οι «Ferrari» της παγκόσμιας αγοράς, τα ελληνικά είναι πλέον κάτι περισσότερο από «Mercedes» εκφράζει, απαντώντας σε σχετικό ερώτημα του «Πρακτορείου FM» και του ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του οινοποιητικού συνεταιρισμού Vaeni Naoussa, Γιώργος Φουντούλης. «Δεν πρέπει να υποτιμούμε τα ελληνικά κρασιά, τα οποία τα τελευταία χρόνια αποκτούν πιάνουν τη θέση που τους αξίζει σε παγκόσμιο επίπεδο. Κι αυτό δεν το λέμε εμείς, το λένε όλοι οι γευσιγνώστες σε όλες τις δοκιμές που γίνονται παγκοσμίως» επισημαίνει.
Πριν από λίγα χρόνια, το Vaeni είχε επιχειρήσει ένα εντυπωσιακό εμπορικό άνοιγμα στην Κίνα, με ναυαρχίδα βιολογικά κρασιά της ποικιλίας ξινόμαυρο που πωλούνταν προς 600 ευρώ η φιάλη. Παρά το γεγονός ότι το εγχείρημα ξεκίνησε με τις καλύτερες προοπτικές, η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ τού στέρησε ένα μεγάλο κομμάτι της πίτας.
«Το εγχείρημα ευοδώθηκε αλλά όχι στο επίπεδο που επιθυμούσαμε εμείς ή και ο πελάτης μας, υπό την έννοια ότι η ΕΕ μας έκοψε τα πόδια υπερδασμολογώντας τα φωτοβολταϊκά πάνελ των Κινέζων που εισέρχονται στην ερυωπαϊκή αγορά, οδηγώντας τους Κινέζους στο να κάνουν εμπάργκο στις εξαγωγές μας. Το αντιντάμπινγκ έληξε τον Μάιο αλλά συγχρόνως, λόγω του ότι οι Κινέζοι απελευθέρωσαν τους δασμούς στα κρασιά από Χιλή και Αυστραλία, βγαίνουμε για λίγο εκτός αγοράς και είμαστε μη ανταγωνιστικοί. Φυσικά, η προσπάθεια δεν εγκαταλείπεται, ούτε στην Κίνα, ούτε στην Ινδία ούτε στην Κεντρική Αφρική, που αρχίζει πλέον να ανεβαίνει η κατανάλωσή του ελληνικού κρασιού.
«Αρκετά μεγάλη ζημία από τα capital controls»
Πώς επηρεάστηκαν αλήθεια οι ελληνικές εξαγωγές από τα capital controls; «Με προτιμολογημένες παραγγελίες, εμείς ώς Vaeni είχαμε προβλήματα. Να φανταστείτε ότι δεν εμπιστευόντουσαν ούτε καν οι νιγηριανές τράπεζες τις δικές μας, προκειμένου να στείλουν χρήματα να εξάγουμε κρασιά. “Εγινε αρκετά μεγάλη ζημιά. Και τα πράγματα δεν άρχισαν ακόμη να ομαλοποιούνται, γιατί συν τοις άλλοις χάσαμε την αξιοπιστία μας σε ευρωπαϊκές ή τρίτες χώρες [από όπου αγοράζουμε πρώτες ύλες], που ενώ μας έδιναν πίστωση δύο- τριών μηνών, σήμερα απαιτούν αντικαταβολή. Αυτό σημαίνει ότι αφαιρείται ρευστότητα από εμάς, που δεν μπορεί εύκολα να αντικατασταθεί, γιατί έχει πέσει και η αγοραστική δύναμη του καταναλωτή στην Ελλάδα» λέει ο κ.Φουντούλης.
«Στην Ελλάδα πίνουμε λίγο κρασί»
Κατά τον ίδιο, ένα πρόβλημα για την Ελλάδα ειναι η έλλειψη οινικής παιδείας στον ελληνικό πληθυσμό. «Εξού και η χαμηλή κατανάλωση» λέει και προσθέτει: «“Οταν η Γαλλία έχει 72 λίτρα κατά κεφαλήν κατανάλωσης κρασιού ετησίως και εμείς 31-32 λίτρα, καταλαβαίνετε πού βρισκόμαστε. Αν είχαμε 72 λίτρα κατά κεφαλήν δεν θα χρειαζόταν να κάνουμε εξαγωγές ούτε βεβαίως να εισάγουμε “σκληρά” ξενόφερτα ποτά». Πρόσφατα, το Vaeni δημιούργησε επισκέψιμη κάβα και σύντομα θα εξετάσει τη δημιουργία πακέτων, σε συνεργασία με τουριστικά γραφεία, ώστε οι οινόφιλοι να γνωρίσουν τις εγκαταστάσεις της από κοντά.
Βγάζοντας τη …ρετσινιά από τη ρετσίνα
Η μοναδικότητα και η ιδιαιτερότητα του ελληνικού κρασιού αποτελούν το πιο δυνατό «χαρτί» του στις διεθνείς αγορές, σύμφωνα με τον οινοπαραγωγό Στέλιο Κεχρή, πρόεδρο της Ένωσης Οινοπαραγωγών του Αμπελώνα της Βορείου Ελλάδος (ΕΝΟΑΒΕ), ο οποίος -μεταξύ άλλων- έβαλε στα …σαλόνια τη ρετσίνα.
«Το ελληνικό κρασί έχει ορισμένες ιδιαιτερότητες και μοναδικότητες. Σε όλον τον κόσμο κυριαρχούν κυρίως διεθνείς ποικιλίες. Εμείς έχουμε μεν διεθνείς αλλά και πολλές δικές μας, μεταξύ των οποίων υπάρχουν πολλές ακόμη που πρέπει να αναδειχτούν. Έχουμε συγκριτικό πλεονέκτημα σε ποικιλιακή σύνθεση και ένα πολύ ιδιαίτερο αμπελοτόπι, με πολλά διαφορετικά μικροκλίματα, εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους, άρα μπορούμε να παράξουμε κρασιά μοναδικά. «Γιατί στον διεθνή χώρο εκείνο που έχει σημασία είναι να είσαι διαφορετικός, μοναδικός, δεν αναφέρω την ποιότητα γιατί αυτή θεωρείται εκ των ων ούκ άνευ. Δεν μπορείς να πουλήσεις αν δεν είσαι ποιοτικός» προσθέτει.
Μοναδική παγκοσμίως είναι και η ρετσίνα. Αλλά μήπως τη συνοδεύει η …ρετσινιά του υποδεέστερου ποιοτικά κρασιού; «Υπήρχε πράγματι μια ρετσινιά στη ρετσίνα και ίσως κάποιοι να θεωρούν ακόμη ότι είναι τροχοπέδη για το ελληνικό κρασί. Αυτό είναι ωστόσο μια λανθασμένη αντίληψη κι το έχουμε αποδείξει με τα μετάλλια που έχουμε πάρει. Τα τελευταία οκτώ χρόνια έχουμε πάρει 60 διεθνή βραβεία και διακρίσεις στους μεγαλύτερους διεθνείς διαγωνισμούς μόνο για τη ρετσίνα μας, χώρια τα άλλα μας κρασιά. Πιστεύουμε πάρα πολύ σε αυτό το προϊόν, γιατί πέραν του ότι παράγεται μόνο στην Ελλάδα -άρα είναι ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για τη χώρα- η ρετσίνα δεν διαφέρει σε τίποτα από τα άλλα κρασιά. Η μόνη διαφορά είναι ότι τη στιγμή που γίνεται η αλκοολική ζύμωση προστίθεται μια πολύ μικρή ποσότητα ρητίνης, που δίνει αυτό το χαρακτηριστικό άρωμα» λέει.
Ρετσίνα με σούσι
Όπως εξηγεί ο κ.Κεχρής, όταν η πρώτη ύλη και η διαδικασία παραγωγής είναι καλές, τότε και η ρετσίνα είναι καλή ποιοτικά. «Η ρετσίνα άδικα θεωρείται ότι δεν μπορεί να είναι καλό κρασί. Και μάλιστα μια μας ρετσίνα, που βγαίνει με τελείως διαφορετικές προδιαγραφές, απέδειξε ότι η ρετσίνα μπορεί να είναι μέχρι και ένα εκθετικώς μεγάλο κρασί» σημειώνει.
Μάλιστα μπορεί να εξαχθεί σε όλες τις αγορές, δεδομένου ότι παντού υπάρχουν πιάτα της τοπικής γαστρονομίας, που μπορούν να συνδυαστούν με τη ρετσίνα. «Στην “Απω Ανατολή το σούσι για παράδειγμα. Η ρετσίνα μπορεί να έχει φινέτσα και κομψότητα. Είναι όπως βάζεις το κρασί στο βαρέλο. “Οπως δεν μπορεί το βαρέλι να καλύπτει τα αρώματα του κρασιού, έτσι η ρητίνη πρέπει να είναι διακριτική κι ευγενική», λέει στο «Πρακτορείο FM» και το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
130 από τις 300 ελληνικές ποικιλίες έχουν διασωθεί
Το ελληνικό κρασί, λοιπόν, επιστρέφει. Γιατί όμως η επιχειρηματική οινοποιία είχε επί δεκαετίες αδρανήσει; Τον λόγο εξηγεί ο Ευάγγελος Γεροβασιλείου, που σημειωτέον έγινε οινοποιός από …ατύχημα,όταν μετά από έναν τραυματισμό στο ποδόσφαιρο (παίζοντας με τη φανέλα της «Αναγέννησης Επανομής») λίγο πριν από τις εξετάσεις για το Πολυτεχνείο, αποφάσισε να πάει στη Γεωπονία, κρίνοντας ότι θα μπορούσε να την τελειώσει πιο εύκολα.
«Το ελληνικό κρασί παρότι είχε τη μεγαλύτερη ίσως ιστορία παγκοσμίως και παρότι οι Ελληνες δίδαξαν την οινοποίηση και το εμπόριο κρασιού σε όλον τον κόσμο, πέρασε κάποια δύσκολα χρόνια. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα από την εποχή της Αναγέννησης στην Ευρώπη μέχρι και το 1820. Η χώρα ήταν υπόδουλη στους Τούρκους και το Ισλάμ απαγόρευε την κατανάλωση κρασιού [για τους Μουσουλμάνους] και στην Ελλάδα είχε βάλει υψηλούς φόρους στο κρασί. “Ετσι, η αμπελοκαλλιέργεια σταδιακά εγκαταλείφθηκε και ο κόσμος στράφηκε σε άλλες καλλιέργειες» λέει.
Τα μοναδικά αμπέλια που εξακολούθησαν να καλλιεργούνται τότε, εξηγεί, βρίσκονταν σε ορεινά χωριά, στο “Αγιον “Ορος ή στις κληματαριές μπροστά στο σπίτι, που δεν φορολογούνταν. Έτσι διασώθηκαν οι ελληνικές ποικιλίες: «από τις 300 περίπου 130-140 έχουν διασωθεί και υπάρχουν και άλλες που ίσως πρέπει να μελετήσουμε και να βρούμε». Μετά την απελευθέρωση, αρχίζει και καλλιεργείται ξανά το αμπέλι, όχι με εμπορικό σκοπό αλλά ώς το “καλούδι” του σπιτιού, που πρόσφερε πετιμέζι, κρασί, ξύδι, τσίπουρο κι αμπελόφυλλα.
«Αργότερα αρχίζει και η επιστήμη της οινολογίας να εξελίσσεται και αρχίζει η παραγωγή η επιχειρηματική, τα τελευταία 30-40 χρόνια. Επειδή η δυναμική της ποιότητας των σταφυλιών στην Ελλάδα είναι πάρα πολύ μεγάλη. Τα τελευταία 30 χρόνια έχει γίνει επανάσταση στην ποιότητα του ελληνικού κρασιού» καταλήγει ο κ.Γεροβασιλείου.
intos.gr
0 Σχόλια