Ποια είναι η λειτουργία της ενοχής; Συγγραφείς, διανοούμενοι, ψυχολόγοι και φιλόσοφοι έχουν καταπιαστεί κατά καιρούς μ’ αυτό το ερώτημα. Ποια είναι η βάση της ενοχής; Μήπως προέρχεται από την έννοια του «προπατορικού αμαρτήματος»; Ή μήπως από τις οιδιπόδειες αιμομικτικές φαντασιώσεις και τα ταμπού για τα οποία μίλησε ο Φρόιντ.
Πρόκειται για ένα αληθινό και χρήσιμο στοιχείο της ανθρώπινης φύσης; Ή είναι ένα «άχρηστο συναίσθημα» χωρίς το οποίο θα ήμασταν πολύ καλύτερα, όπως πρότειναν διάφοροι σύγχρονοι ψυχολόγοι συγγραφείς;
Από τον συγγραφέα και θεραπευτή Ντέιβιντ Μπερνς. Επιστημονική επιμέλεια κειμένου, Ψυχίατρος- Ψυχοθεραπευτής Δρ. Γρηγόρης Σίμος
Υπάρχουν πολλάκριτήρια που μπορούν να μας βοηθήσουν ιδιαίτερα να διακρίνουμε την παράλογη ενοχή από ένα υγιές αίσθημα μεταμέλειας ή τύψεων. Πρόκειται για την ένταση, τη διάρκεια και τις συνέπειες του αρνητικού συναισθήματος σας. Ας χρησιμοποιήσουμε όμως τα κριτήρια αυτά για να αξιολογήσουμε το έντονο αίσθημα της ενοχής μιας πενηνταδυάχρονης παντρεμένης δασκάλας, της Τζάνις.
Η Τζάνις υπέφερε από βαριά κατάθλιψη εδώ και πολλά χρόνια. Το πρόβλημά της ήταν η έμμονη προσκόλλησή της σε δύο κλοπές που είχε κάνει σε καταστήματα όταν ήταν δεκαπέντε χρονών. Αν και από τότε ζούσε έναν ιδιαίτερα έντιμο και ηθικό βίο, δεν μπορούσε να βγάλει από τη μνήμη της αυτά τα δύο συμβάντα. Σκέψεις που της προκαλούσαν ενοχή τη βασάνιζαν συνεχώς: «Είμαι κλέφτρα. Είμαι μια ψεύτρα. Δεν είμαι σωστή. Είμαι υποκρίτρια». Η αγωνία της ενοχής της ήταν τόσο έντονη, που κάθε βράδυ παρακαλούσε το Θεό να πεθάνει στον ύπνο της. Το πρωί που ξυπνούσε ζωντανή ήταν φοβερά απογοητευμένη και σκεφτόταν: «Είμαι τόσο κακή που ούτε καν ο Θεός δε με θέλει». Σε μια στιγμή απόγνωσης γέμισε το πιστόλι του συζύγου της, το έστρεψε στην καρδιά της και πάτησε τη σκανδάλη. Το όπλο δεν εκπυρσοκρότησε. Δεν το είχε ρυθμίσει καλά. Ένιωσε μια τρομερή απογοήτευση. Δεν μπορούσε καν να αυτοκτονήσει. Άφησε το όπλο και παραδόθηκε στην απελπισία.
Η ενοχή της Τζάνις είναι αδικαιολόγητη, όχι μόνο εξαιτίας των ολοφάνερων γνωστικών λαθών που έκανε, αλλά επίσης και εξαιτίας της έντασης, της διάρκειας και των συνεπειών των συναισθημάτων και των σκέψεών της. Αυτό που ένιωθε δεν μπορεί να χαρακτηριστεί σαν υγιής μεταμέλεια ή τύψεις για τις κλοπές της, αλλά σαν μια ανεύθυνη υποβί-όαση της αυτοεκτίμησής της, κάτι που την εμποδίζει να ζήσει στο εδώ χαι τώρα και που είναι δυσανάλογο με την πράξη της εκείνη.
Οι συνέπειες της ενοχής της προκάλεσαν την έσχατη ειρωνεία: Η πεποίθησή της οτι ήταν κακιά την έκανε να θέλει να κάνει κακό στον εαυτό της.
Ο κύκλος της ένοχης
Ακόμη κι αν η ενοχή σας είναι νοσηρή και βασίζεται σε γνωστικές διαστρεβλώσεις, μόλις αρχίσετε να νιώθετε ένοχοι, μπορεί να βρεθείτε χαγιδευμένοι σε μια ψευδαίσθηση που κάνει την ενοχή να φαίνεται αξιόπιστη. Αυτές οι ψευδαισθήσεις μπορούν να είναι πανίσχυρες και πειστικές. Σκέφτεστε:
1. Νιώθω ένοχος και μου αξίζει να τιμωρηθώ. Αυτό σημαίνει πως υπήρξα κακός.
2. Εφόσον είμαι κακός, πρέπει να υποφέρω.
Έτσι, η ενοχή σας σας πείθει για την κακία σας και σας οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερη ενοχή. Αυτή η γνωστική-συναισθηματική σύνδεση παγιδεύει τις σκέψεις και τα συναισθήματα σας. Καταλήγετε έτσι καταδικασμένοι σ’ ένα κυκλικό σύστημα το οποίο αποκαλώ «κύκλο της ενοχής».
Η συναισθηματική λογική τροφοδοτεί τη λειτουργία αυτού του κύκλου. Συμπεραίνετε αυτόματα ότι επειδή νιώθετε ένοχοι θα πρέπει να σφάλατε κατά κάποιον τρόπο και συνεπώς πρέπει να πληρώσετε. Σκέφτεστε: «Νιώθω κακός, επομένως πρέπει να είμαι κακός». Κάτι τέτοιο είναι παράλογο, γιατί οι αυτοκατηγόριες σας δεν αποδεικνύουν απαραίτητα ότι κάνατε κάτι κακό.
Η ενοχή σας αντανακλά απλά το γεγονός ότι πιστεύετε πως συμπεριφερθήκατε άσχημα. Αυτό μπορεί να συμβαίνει συχνά, όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι. Για παράδειγμα, τα παιδιά τιμωρούνται ορισμένες φορές χωρίς να υπάρχει λόγος, κυρίως όταν οι γονείς τους νιώθουν κουρασμένοι και εκνευρισμένοι και παρεξηγούν έτσι τη συμπεριφορά τους. Κάτω από τις συνθήκες αυτές η ενοχή που αισθάνεται το παιδί δεν αποδεικνύει αναγκαστικά ότι έκανε κάτι κακό.
Οι αυτοτιμωρητικοί τρόποι συμπεριφοράς σας επιτείνουν τον κύκλο της ενοχής. Οι σκέψεις σας που προκαλούν ενοχές οδηγούν σε αναπαραγωγικές πράξεις που ενισχύουν το αίσθημα της αναξιότητάς σας. Για παράδειγμα, μια νευρολόγος, που ήταν ιδιαίτερα επιρρεπής στο αίσθημα της ενοχής, προσπαθούσε να προετοιμαστεί για τις τελικές εξετάσεις της ειδικότητάς της. Δυσκολευόταν όμως να διαβάσει, νιώθοντας έτσι ένοχη για το γεγονός αυτό. Κάθε βράδυ έχανε χρόνο παρακολουθώντας τηλεόραση, ενώ οι ακόλουθες σκέψεις στριφογύριζαν στο μυαλό της: «Δε θα ’πρεπε να βλέπω τηλεόραση. Πρέπει να μελετήσω για τις εξετάσεις μου. Είμαι τεμπέλα. Δεν αξίζω να γίνω γιατρός. Είμαι τρομερά εγωίστρια.
Πρέπει να τιμωρηθώ». Οι σκέψεις αυτές την έκαναν να νιώθει ιδιαίτερα ένοχη. Παρ’ όλα αυτά, εκείνη συνέχισε να σκέφτεται με τον ίδιο τρόπο: «Αυτή η ενοχή αποδεικνύει πόσο τεμπέλα και ανίκανη είμαι». Έτσι, οι αυτοτιμωρητικές της σκέψεις και τα συναισθήματα ενοχής της βρίσκονταν σε μια άμεση αλληλεξάρτηση.
Όπως πολλοί άνθρωποι που είναι επιρρεπείς στο αίσθημα της ενοχής πίστευε ότι αν τιμωρούσε αρκετά τον εαυτό της, θα μπορούσε τελικά να δραστηριοποιηθεί. Δυστυχώς, ίσχυε ακριβώς το αντίθετο. Η ενοχή της μαράζωνε απλά όλη την ενεργητικότητά της και ενίσχυε την πεποίθησή της ότι ήταν τεμπέλα και ανεπαρκής. Οι μόνες δραστηριότητες που πήγαζαν από την αυτοκαταδίκη της αυτή ήταν οι νυχτερινές κατα-ναγκαστικές επιδρομές στο ψυγείο για να «πέσει με τα μούτρα» στο παγωτό ή στο φιστικοβούτυρο.
Οι αρνητικές της σκέψεις, τα συναισθήματα και οι συμπεριφορές της αλληλεπίδρασαν στη δημιουργία της αυτοκαταστροφικής, σκληρής ψευδαίσθησης ότι ήταν «κακή» και ανεξέλεγκτη.
Η ανευθυνότητα της ενοχής. Αν πράγματι έχετε κάνει κάτι ανάρμοστο ή οδυνηρό για τους άλλους, συνεπάγεται ότι πρέπει να υποφέρετε; Αν πιστεύετε ότι η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα είναι θετική, τότε αναρωτηθείτε: «Πόσο καιρό πρέπει να υποφέρω; Μία μέρα; Ένα χρόνο; Για την υπόλοιπη ζωή μου;». Ποια καταδίκη θα αποφασίσετε να επιβάλλετε στον εαυτό σας; Έχετε τη διάθεση να σταματήσετε να υποφέρετε και να είστε δυστυχισμένοι μόλις τελειώσει η ποινή σας; Αυτός θα ήταν τουλάχιστον ένας υπεύθυνος τρόπος τιμωρίας του εαυτού σας, γιατί θα είχε ημερομηνία λήξεως.
Αλλά ποιος ο λόγος να ταλαιπωρείτε τον εαυτό σας με τα αισθήματα ενοχής; Αν πράγματι κάνατε λάθος και πληγώσατε με τη συμπεριφορά σας τους άλλους, η ενοχή σας δεν πρόκειται να ανατρέψει το σφάλμα σας με κανέναν μαγικό τρόπο.
Ούτε θα επιταχύνει τη διαδικασία παραδειγματισμού σας, ώστε να μειώσετε την πιθανότητα να κάνετε το ίδιο λάθος στο μέλλον. Οι άλλοι δε θα σας αγαπούν ούτε θα σας σέβονται περισσότερο επειδή νιώθετε ένοχοι και απορρίπτετε μ’ αυτό τον τρόπο τον εαυτό σας. Επίσης, η ενοχή σας αυτή δεν είναι ικανή να σας οδηγήσει σ’ ένα δημιουργικό τρόπο ζωής.
Ποιο το νόημα λοιπόν;
Πολλοί άνθρωποι αναρωτιούνται: «Αλλά πώς μπορώ να συμπεριφέρομαι ηθικά και να ελέγχω τις παρορμήσεις μου αν δε νιώθω ενοχή;». Στο σημείο αυτό μιλάμε για έναν τρόπο ζωής του τύπου της δικαστικής αναστολής. Προφανώς, θεωρείτε τον εαυτό σας τόσο αντιφατικό και ανεξέλεγκτο, που πρέπει να είστε συνεχώς υπό αναστολή για να μην α-ντιδράσετε αρνητικά.
Βέβαια, αν η συμπεριφορά σας αποδειχθεί επιζήμια για τους άλλους, οι τύψεις θα λειτουργήσουν πολύ πιο αποτελεσματικά σε συνδυασμό με τη συνειδητοποίηση της πράξης σας απ’ ό,τι μια στυγνή αναγνώριση της προβληματικής σας στάσης, όταν μάλιστα δε συνοδεύεται από κάποια συναισθηματική διέγερση. Σίγουρα όμως ποτέ κανείς δεν επωφελήθηκε με το να θεωρεί τον εαυτό του κακό. Τις περισσότερες μάλιστα φορές η πεποίθησή σας ότι είστε κακοί συμβάλλει στην «κακή» συμπεριφορά σας.
Πηγή:boro.gr
0 Σχόλια