Ο παρορμητισμός σημαίνει δυσκολία ανοχής απέναντι στο αίσθημα της ματαίωσης.
Τα παρορμητικά άτομα δυσκολεύονται να αντισταθούν στις επιθυμίες τους και κατακλύζονται από θυμό όταν αυτές δεν υλοποιούνται στο «εδω και τώρα».
Η άρση των αναστολών μεταμορφώνεται σε σχεδόν καθημερινό μέσο διαχείρισης εσωτερικών κενών και αρνητικών συναισθημάτων. Οι καταχρήσεις, όπως το αλκοόλ, το κάπνισμα, η υπερφαγία, ο τζόγος και ο καταναλωτισμός, είναι συχνές εκφάνσεις του παρορμητικού ψυχισμού.
Από την ψυχολόγο ψυχοθεραπεύτρια Μυρσίνη Κωστοπούλου
Πρόκειται για άτομα που νιώθουν ότι ποτέ στην πραγματικότητα δεν έζησαν σε υγιή όρια. Μπορούν και παίρνουν αυτό που επιθυμούν, ενώ μέσα από αυτή την ικανότητα αισθάνονται σημαντικά και μοναδικά. Νιώθουν ότι οι φυσιολογικοί κανόνες και τα υγιή όρια καταπιεστικά περιορίζουν τον ασυγκράτητο χαρακτήρα τους. Η ενσυναίσθηση για τα συναισθήματα των άλλων είναι ένα από τα βασικότερα ελλείμματά τους. Ο εαυτός γίνεται το επίκεντρο της ύπαρξης, σαν μια ατέρμονη ομφαλοσκόπηση που αγγίζει τα όρια του ναρκισσισμού. Φαινομενικά, ο παρορμητικός άνθρωπος, όπως άλλωστε και ο νάρκισσος, δεν πάσχει ούτε υποφέρει.
Ακόμα και όταν αντιμετωπίζει εμπόδια και προβλήματα τα επιλύει επιρρίπτοντας την ευθύνη στους άλλους, τους οποίους βλέπει ως ((σαδιστές» που του περιορίζουν την ελευθερία. Εκείνο που πάνω απ’ όλα δεν αντέχει είναι η αναβολή της άμεσης ικανοποίησης των επιθυμιών του. Πίσω όμως από αυτή την αδυσώπητα εγωκεντρική και απειθάρχητη προσωπικότητα κρύβεται ένας εύθραυστος ψυχισμός ο οποίος είναι έτοιμος να καταρ ρεύσει όταν δεν τραφούν ικανόποιητικά οι συναισθηματικές του ανάγκες. Κυρίαρχα συναισθήματα είναι ο θυμός, η ενοχή (παρόλο που μοιάζει να την καταπατά και να την αρνείται), η βαθιά ριζωμένη αίσθηση ελλειμματικότητας, συναισθηματικής στέρησης, αποκλεισμού, τα οποία όμως υπεραναπληρώνονται μέσα από την αναζήτηση και τη φαντασίωση μιας δίχως όρια ικανοποίησης.
Τα παρορμητικά άτομα έχουν δυσκολία να αναγνωρίζουν τις παρενέργειες του παρορμητισμού τους, με αποτέλεσμα να αντιστέκονται στη θεραπεία. Αν και δεν θα αναζητήσουν βοήθεια για τον παρορμητισμό τους, κάποια άλλη αφορμή, όπως η αυξομείωση του βάρους, οι παρενέργειες των καταχρήσεων, η αϋπνία, ένας πρόσφατος χωρισμός, μπορεί να γίνει το έναυσμα για να επισκεφθούν έναν ειδικό. Εφόσον αρχίσουν ψυχοθεραπεία μπορεί να βιάζονται να γίνουν καλά, να θυμώνουν εύκολα με το θεραπευτή τους όταν νιώθουν ματαιωμένοι, να μην επικεντρώνονται τόσο στη διαδικασία, στο βάθος και στο περιεχόμενο της ψυχοθεραπείας όσο σε μια στάση ρηχής, γρήγορης και επιτακτικής επίλυσης των προβλημάτων τους.
Τείνουν να ενθουσιάζονται εύκολα με τον ψυχοθεραπευτή τους, αλλά και να τον απομυθοποιούν γρήγορα, με αποτέλεσμα να αναζητούν συχνά άλλο θεραπευτή σε σύντομο χρονικό διάστημα. Καταλήγουν, λοιπόν, να εγκαταλείπουν τη θεραπεία οταν βαριούνται ή εάν νιώσουν πίεση από το θεραπευτή τους να ασκήσουν στον εαυτό τους μεγαλύτερο αυτοέλεγχο.
Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα στο βιβλίο Μιλώντας για εμάς και τα προβλήματά μας - Εκδόσεις Καστανιώτη
Πηγή:boro.gr
0 Σχόλια