Ticker

2/recent/ticker-posts

Οι αρχαίες ελληνικές αποικίες της Κορσικής και της Σαρδηνίας

Η Κορσική (κορσικανικά: Corsica, γαλλικά: Corse) είναι το τέταρτο μεγαλύτερο νησί στην Μεσόγειο Θάλασσα, μετά τηΣικελία, τη Σαρδηνία και την Κύπρο. Βρίσκεται βόρεια της Σαρδηνίας, δυτικά της Ιταλίας και νοτιοανατολικά της Γαλλίας στην οποία ανήκει. Είναι νησί ορεινό με ψηλότερη κορφή το όρος Σίντο (2.710 μ.). Στα ΝΔ. το έδαφος είναι πετρώδες κι οι ακτές γεμάτες απότομους βράχους. Η ίδια εμφάνιση σε πιο ήπιο βαθμό εξακολουθεί σ” όλες σχεδόν τις παραλίες με αρκετές εξαιρέσεις παραλιακών πεδιάδων που καταλήγουν σε αμμουδιές. 

Το κλίμα παρουσιάζει διάφορες ποικιλίες. Στα παράλια και στις χαμηλές κοιλάδες επικρατεί το αντιπροσωπευτικότερο μεσογειακό κλίμα. Σε ορισμένες περιοχές ο καύσωνας το καλοκαίρι είναι ανυπόφορος. Αντίθετα, σε ψηλότερες περιοχές, η ζέστη είναι πιο υποφερτή. Εκεί υπάρχουν μεγάλα δάση με καστανιές. 

Στα ορεινά υπάρχουν λιβάδια που συγκεντρώνουν τους βοσκούς. Είναι νησί 8.680 τετραγωνικών χιλιομέτρων και έχει 250.000 κατοίκους. Βρίσκεται στα βόρεια της Σαρδηνίας, από την οποία χωρίζεται από τον Πορθμό του Μπονιφάτσιου. 
Διοικητικά είναι διαιρεμένη στις δύο περιφέρειες της Νότιας Κορσικής (4.014 τ.χλμ., 119.000 κατ., πρωτεύουσα Αζαξιό ή Αζάτσιο) και Βόρειας Κορσικής (4.666 τ.χλμ., 132.000 κατ., πρωτεύουσα Μπαστιά). Έχει ελλειπτική μορφή και μακραίνει προς τα βορειο-ανατολικά σε μία χερσόνησο. Είναι κυρίως ορεινή (όρος Σίντο 2.710 μ.). Οι ακτές ξεδιπλώνονται για 1.200 χιλιόμετρα. Η δυτική χαρακτηρίζεται από μεγάλους κολπίσκους και η ανατολική αποτελείται από μια χαμηλή γραμμή. Το κλίμα είναι μεσογειακού τύπου. Η νήσος ήταν γνωστή στην αρχαίους θαλασσοπόρους ήδη από τη Μυκηναϊκή εποχή. Η ονομασία «Κύρνος» που της προσέδωσαν οι αρχαίοι Έλληνες (1η χιλιετηρίδα π.Χ.) πιθανότατα έχει την ίδια ρίζα με τη λατινική ονομασία «Corsica». Πιθανώς όμως η αρχική ονομασία (2η χιλιετηρίδα π.Χ) να ήταν Σύρνος η οποία παραπέμπει στην λέξη Σειρήνες οπότε υπάρχει πιθανότητα η Κύρνος/Κορσική να ήταν η νήσος των Σειρήνων ή Σειρηνουσσών που αναφέρεται στην Οδύσσεια του Ομήρου. Η Αλαλία ηταν αρχαία ελληνική πόλη στην ανατολική ακτή της Κορσικής. Ήταν αποικία των Φωκαέων (565 π.Χ.), επίσης γνωστή με την ονομασία Αλαλίη. Όταν οι Πέρσες κατέλαβαν τη Φώκαια, οι Φωκαείς εγκατέλειψαν την πατρίδα τους και ίδρυσαν την Α., η οποία και εξελίχθηκε σε μεγάλο εμπορικό κέντρο της δυτικής Μεσογείου. Αργότερα η Αλαλια έγινε ρωμαϊκή αποικία και μετονομάστηκε σε Αλερία, ονομασία που επιβιώνει μέχρι σήμερα· στη συνέχεια αποτέλεσε έδρα επισκοπής και πρωτεύουσα της Κορσικής έως την καταστροφή της από τους Σαρακηνούς πειρατές τον 9o αι. μ.Χ. Οι ανασκαφές που έγιναν στην περιοχή έφεραν στο φως πολλά ερείπια. Κατα την αρχαιότητα οι Φωκαείς επιχειρούν να ελέγξουν την περιοχή γύρω από την Κορσική, με σκοπό να εξασφαλίσουν τόσο τη προστασία της πόλης όσο και τις εμπορικές του δραστηριότητες. Αυτό θα τους φέρει σε σύγκρουση με τους Ετρούσκους, οι οποίοι ήλεγχαν μία μεγάλη επικράτεια στην ιταλική χερσόνησο.Οι τελευταίοι αποφασίζουν να συμμαχήσουν με τους Καρχηδόνιους, οι οποίοι ήταν πολύ ισχυροί στη θάλασσα. Η ναυμαχία της Αλαλίας ηταν μία από τις σημαντικότερες ναυμαχίες της αρχαιότητας. Έγινε το 540 π.Χ. ανάμεσα στον συνασπισμένο στόλο των Ετρούσκων και των Καρχηδονίων και στον στόλο των Φωκαέων. Αν και στη μάχη οι Έλληνες κυριάρχησαν του υπερδιπλάσιου στόλου των αντιπάλων τους, έπαθαν μεγάλες ζημιές και αναγκάστηκαν να αποσυρθούν από την Κορσική. Έτσι, αφού συγκέντρωσαν έναν αρκετά μεγάλο στόλο, κατευθύνθηκαν περί το 540 π.Χ προς την Κορσική. Λίγο έξω από την Αλαλία συνάντησαν τον στόλο των Φωκαέων στην ομώνυμη ναυμαχία. Εκεί οι Φωκαείς, μετά από μία ιδιαίτερα σκληρή σύγκρουση, κατορθώνουν να υπερισχύσουν των αντιπάλων τους. Παρά τη νίκη τους, όμως, αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν την Αλαλία διότι οι απώλειές τους ήταν πολύ μεγάλες και δεν θα άντεχαν τη συνέχιση του πολέμου. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η σημαντικότερη αποικία της Φώκαιας, η Μασσαλία, τήρησε ουδέτερη στάση και δεν βοήθησε τη μητρόπολη στη σύγκρουσή της με τους Ετρούσκους. Αυτό το έπραξε γιατί προτιμούσε την ισορροπία των δυνάμεων η οποία διασφάλιζε τη σταθερότητα στην περιοχή. Αυτό μακροπρόθεσμα βγήκε υπέρ των Μασσαλιωτών, ενώ η τήρηση της ίδιας στάσης από την Αλαλία οδήγησε τελικά την πόλη στην παρακμή και την εξαφάνιση με την Καρχηδονιακή κατάκτηση της Κορσικής. Μετά από την ναυμαχία οι Φωκαείς εγκατέλειψαν την Αλαλία και βρήκαν καταφύγιο στο Ρήγιο, το οποίο χρησιμοποιήσαντες ως ορμητήριο κατέλαβαν τη νοτιοϊταλική πόλη Υέλην που μετωνόμασαν σε Ελέα. Γαλλικές ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο της Αλαλίας έφεραν στο φώς πολλά αρχαϊκά αγγεία και άλλα αντικείμενα της εποχής της Φωκαιακής παρουσίας. Κατά τη σύντομη αυτή Ελληνική παρουσία στην Κορσική, καλλιεργήθηκαν ωστόσο σε εξαιρετικό βαθμό η πολιτική (με δημοκρατική αυτοθέσμιση), οι τέχνες, η μεταλλευτική, η αμπελουργία και ελαιουργία. Μία μετέπειτα απόπειρα επιστροφής του Ελληνικού στοιχείου στο νησί, από Συρακόσιους αυτή τη φορά, απέτυχε, καθώς και αυτοί εξεδιώχθησαν από τους Καρχηδονίους (280). Στην Σαρδηνία οι αρχαίοι Έλληνες δημιούργησαν δύο αποικιες. Η Ολβία ηταν αποικία των Φωκαέων στη βορειοανατολική Σαρδηνία (6ος αιών). Η πόλη, όπως και το νησί, εγκατελείφθησαν το έτος 540 μετά από επιδρομές των Καρχηδονίων.Η Οργυλη ήταν μικρή αθηναϊκή αποικία στη νοτιοανατολική Σαρδηνία. Οικιστής της μυθολογείται ο Ογρύλος.Συντηρητές από τη Σαρδηνία έχουν καταφέρει να συναρμολογήσουν με επιτυχία τα χιλιάδες κομμάτια πέτρας στην κυριολεξία για να ανασυνθέσουν ένα μικρό, αλλά μοναδικό γκρουπ αγαλμάτων πολεμιστών σε φυσικό μέγεθος που είχαν αρχικά καταστραφεί σε μία εχθροπραξία στα μέσα της πρώτης χιλιετίας πΚΕ. Πρόκειται για το μοναδικό σύνολο αγαλμάτων πολεμιστών σε φυσικό μέγεθος που έχει βρεθεί ποτέ στην Ευρώπη. Αν και σε αριθμό είναι πολύ μικρότερος από τις φιγούρες που αποτελούν τον Πήλινο Στρατό και που έχουν βρεθεί στην Κίνα, το παράδειγμα της Σαρδηνίας είναι 500 χρόνια πιο παλιό και είναι κατασκευασμένο με τη χρήση πέτρας και όχι πηλού. Μετά τη λήξη ενός οκταετούς προγράμματος συντήρηση και ανακατασκευής, 25 από τα 33 αρχικά αγάλματα των πολεμιστών—τοξοτών, των «μποξέρ» που κρατούν ασπίδες και πιθανότατα και ξιφοφόρων—έχουν συναρμολογηθεί σε μεγάλο βαθμό. Τα αγάλματα αυτά είχαν αρχικά κατασκευαστεί και τοποθετηθεί για να φρουρούν τους τάφους των αριστοκρατών της Σαρδηνίας την εποχή του Σιδήρου τον 8οαιώνα πΚΕ. Οι πέτρινοι αυτοί φύλακες φαίνεται πως είτε αποτελούσαν την προσωποποίηση των νεκρών ή λειτουργούσαν σαν αιώνιοι φύλακες του τάφου. Ωστόσο, μέσα σε λίγους αιώνες, οι Καρχηδόνιοι επιτέθηκαν στη Σαρδηνία και οι αρχαιολόγοι υποψιάζονται ότι ήταν και εκείνοι που κατέστρεψαν τα αγάλματα σε πέντε χιλιάδες κομμάτια. Είναι πιθανόν ότι ο μικρός αυτός πέτρινος στρατός—και οι τάφοι που φρουρούν—να ήταν στα μάτια των εισβολέων σημαντικά σύμβολα εγχώριας δύναμης και υπεροχής. Η περιοχή εγκαταλήφθηκε και ξεχάστηκε. Τα χιλιάδες των θραυσμάτων ανακαλύφθηκαν και πάλι τη δεκαετία του 1970—και ήρθαν στο φως στις αρχές της δεκαετίας του 1980 από τον Ιταλό αρχαιολόγο Carlo Troncheti. Δύο από τα αγάλματα επανασυρμολογήθηκαν τότε, αλλά στην μεγάλη του πλειοψηφία το υλικό αποθηκεύτηκε σε ένα τοπικό μουσείο όπου και παρέμεινε μέχρι το 2004 όταν άρχισαν και πάλι οι εργασίες ανακατασκευής από τους συντηρητές στο Sassari της βόρειας Σαρδηνίας.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια