Γράφει ο ψυχολόγος- ομαδικός θεραπευτής Δημήτρης Κατσαρός.
Ψυχολογική βία μπορεί να ασκεί ένας άνθρωπος που νιώθει αδύναμος, ανίκανος, λίγος. Αυτή την "αδυναμία" την καλύπτει με μια άμυνα που εξηγείται από τη φράση "η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση".
Είναι κατά κάποιο τρόπο η εξουσία που πάει να ασκήσει ο άνθρωπος αυτός υπό το φόβο ότι εξαιτίας της "αδυναμίας" του θα γίνει αντικείμενο εξουσίας ή απόρριψης.
Για κάποιους μπορεί να είναι ένας τρόπος να κρατάν τα όρια. Οι άνθρωποι που δεν μπορούν να διατυπώσουν τα όριά ή τους φόβους τους λεκτικά, μπορεί να καταφύγουν σε συναισθηματικό εκβιασμό.
Παρατηρήστε τη διαφορά μεταξύ των επόμενων προτάσεων:
"Φοβάμαι όταν δε γυρνάς σπίτι το βράδυ. Νομίζω πως δε σε καλύπτω πια. Θες να μου πεις πως πέρασες; Τί έκανες;".
"Έπρεπε να γυρίσεις σπίτι χτες! Ανησύχησα! Δεν απαντούσες στο κινητό και νόμιζα πως κάτι έπαθες! Μη το ξανακάνεις αυτό!"
Η ψυχολογική βία έχει να κάνει με μια φαντασίωση πως ένα περιστατικό που τρομάζει, είναι ανεξήγητο ή αντικείμενο παρεξήγησης θα επαναλαμβάνεται και ως εκ τούτου θα παγιώνεται η αίσθηση της ανικανότητάς μας να καταλάβουμε, ή να αντιδράσουμε σε αυτό. Με λίγα λόγια δε θα μπορούμε να το ελέγξουμε.
Έτσι προβάλλουμε την αμηχανία μας με επιθετικό τρόπο όπως η ειρωνεία ή η υπεργενίκευση:
"Τώρα τί παριστάνεις εσύ;" ή "κάθε φορά που πάμε στη μάνα μου φοράς τα πιο πρόχειρα ρούχα που έχεις".
Η διαφορά της ψυχολογικής βίας από το φόβο και την απορία είναι η ένταση με την οποία εκφράζεται και η επιθετικότητα. Στην ήρεμη έκφραση του φόβου και της απορίας ο σκοπός είναι η κατανόηση, η εξοικείωση με το παράξενο. Στην θυμωμένη εκδήλωση του φόβου ο σκοπός είναι να σταματήσει αυτό που μας κάνει να φοβόμαστε και να μην επαναληφθεί ποτέ. Έτσι δημιουργείται μια καταπίεση του-της συντρόφου, μια προϋπόθεση που συνηγορεί στην ισορροπία φόβου.
Αυτή είναι η αρχή της παρακμής μιας σχέσης.
Η δύναμη της ψυχολογικής βίας έγκειται στο ότι συνήθως εκδηλώνεται σαν "υπερευαισθησία" με αποτέλεσμα να μη
μπορεί να είναι κάποιος αυθόρμητος απέναντι σ'αυτήν.
"Μη μου μιλάς έτσι γιατί ανεβάζω πίεση".
"Αν φύγεις θα πεθάνω".
Έτσι δημιουργείται και εγκαθιδρύεται μια σχέση εξουσίας εκ μέρους του φερόμενου ως "αδύναμου" από φόβο μήπως εγκαταλειφθεί ή γίνει αντικείμενο εξουσίας.
Όλοι οι άνθρωποι έχουμε τις αδύναμες και αμήχανες στιγμές μας. Κάποιοι όμως φοβούνται πως είναι "πιο αδύναμοι" ή είναι μόνοι τους σ'αυτό.
Αγαπούν με βάση την αδυναμία. "Είσαι η αδυναμία μου"
"Σε είδα σε κακό όνειρο χτες. Πρόσεχε σήμερα!" Μια αίσθηση αόριστης και πανταχού παρούσας απειλής κατακλύζει το αντικείμενο της αγάπης και αυτό δεν μπορεί παρά να "ακούσει τις συμβουλές μας", δηλαδή να ξεπεράσει τους δικούς μας φόβους με το να "κάνει αυτό που του λέμε".
Η τάση για κτητικότητα, που είναι μια άλλη έκφραση της ψυχολογικής βίας είναι στην πραγματικότητα ο φόβος μήπως χάσουμε τον άνθρωπο που αγαπάμε. Όταν ο φόβος αυτός ξεπερνά την απόλαυση της σχέσης τότε δημιουργεί δυσπιστία στον άνθρωπο που αγαπάμε. Όμως η δυσπιστία αυτή αφορά το "αν αξίζουμε την αγάπη" αυτού που "τόσο αγαπάμε".
Με λίγα λόγια η ψυχολογική βία είναι μια συγκαλυμμένη εκδήλωση φόβου που μοιάζει με νοιάξιμο αλλά στην πράξη εγκλωβίζει και γι'αυτό είναι παθητικά επιθετική.
Πηγή:boro.gr
0 Σχόλια