Συμπεριλήφθη στη λίστα που εξέδωσε το περιοδικό Time για τα «Πρόσωπα με τη Μεγαλύτερη Επιρροή Παγκοσμίως» για το έτος 2012.
Η Βρετανίδα ηθοποιός Κάθριν Ματίλντα «Τίλντα» Σουίντον γεννήθηκε στις 5 Νοεμβρίου του 1960 στο Λονδίνο, σε μια πατριαρχική, στρατιωτική οικογένεια. Ο πατέρας της Τζον Σουίντον, ήταν στρατηγός με διάφορους τιμητικούς τίτλους (σερ, OBE, DL κ.ά.) από τη Σκωτία, ενώ η μητέρα της, Τζούντιθ Μπάλφουρ, γεννήθηκε στην Αυστραλία.
Πήγε εσώκλειστη σε αγγλικό και σκωτσέζικο σχολείο -σε ένα μάλιστα (the West Heath Girls’ School) ήταν συμμαθήτρια με την πριγκίπισσα Νταϊάνα- ενώ μετά το σχολείο σπούδασε κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, απ’ όπου πήρε πτυχίο το 1983, ενώ κατά τη διάρκεια των φοιτητικών της χρόνων γράφτηκε στο κομμουνιστικό κόμμα της Μεγάλης Βρετανίας.
Εκτός, όμως, από την πολιτική, το ενδιαφέρον της κέντριζε και η υποκριτική, αφού λάμβανε μέρος σε διάφορες παραστάσεις, ενώ για μια σεζόν εργάστηκε και στην Royal Shakespeare Company. Η προτίμησή της πάνω στο περίεργο και το ασυνήθιστο, την έκανε να εγκαταλείψει την RSC μετά από ένα χρόνο και να κυνηγήσει διαφορετικούς ρόλους, όπως τον Μότσαρτ στο «Mozart and Salieri» του Αλέξανδρου Πούσκιν.
Το 1986 έκανε και το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο με τη βιογραφική ταινία «Caravaggio» του Ντέρεκ Τζάρμαν για τη ζωή του μεγάλου ζωγράφου και συνέχισε με την τηλεοπτική σειρά «Zastrocci: a romance» και με διάφορες κινηματογραφικές παραγωγές που δεν ήταν ακόμη αρκετές για να εξαπλώσουν τη φήμη της – ανάμεσά τους και κάποιες γερμανικές παραγωγές.
Το 1989 βρίσκεται ξανά στα χέρια του Ντέρεκ Τζάρμαν στην πολεμική δραματική ταινία «War requiem», όπου υποδύεται μια νοσοκόμα και βρίσκεται πλάι στον Λόρενς Ολίβιε. Κι από νοσοκόμα μεταμφιέζεται σε κομμώτρια για το «Play me something», ενώ αμέσως μετά, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Τζάρμαν ξανά, υποδύεται την παναγία στο «The garden», ένα φιλμ για την ομοφυλοφιλία και τη χριστιανοσύνη, το οποίο σκηνοθέτησε ο Τζάρμαν ενώ νοσούσε από Aids.
Κερδίζει το πρώτο της βραβείο από το φεστιβάλ κινηματογράφου της Βενετίας για την ερμηνεία της ως σύζυγος του βασιλιά στο «Edward II» και πάλι του Τζάρμαν για τον βασιλιά Εδουάρδο β’. Βραβεία κερδίζει, όμως και το 1992 με το υποψήφιο για 2 Όσκαρ «Orlando» της Σάλι Πότερ, πάνω στο μυθιστόρημα της Βιρτζίνια Γουλφ. Συγκεκριμένα, κερδίζει βραβείο David di Donatello καλύτερης ξένης ηθοποιού, βραβείο καλύτερης ηθοποιού από το διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου του Σιάτλ, ενώ βραβεύεται και από το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για το ταλέντο της, ερμηνεύοντας έναν ανδρόγυνο ευγενή, ο οποίος μεταμορφώνεται σε γυναίκα. Εκτός, όμως, από τα βραβεία, το «Orlando» θα δώσει και αρκετή ώθηση στην καριέρα της, κάνοντας το όνομά της γνωστό και αποδεκτό σε ευρύτερο επίπεδο.
Έχει συνεργαστεί με τους σχεδιαστές μόδας Viktor and Rolf, οι οποίοι στο «One woman show» του 2003 έκαναν όλα τα μοντέλα να μοιάζουν σαν κλώνοι της Σουίντον με την ίδια να απαγγέλει ένα δικό της ποίημα, ενώ εμφανίζεται και στο βίντεο κλιπ του κομματιού «The box» των Βρετανών Orbital. Το 2005 στο Meltdown Festival του Λονδίνου, βρέθηκε πάνω στη σκηνή μαζί με τη διάσημη τραγουδίστρια Πάτι Σμιθ, διαβάζοντας αποσπάσματα από Σούζαν Σόνταγκ, Μπρεχτ, Ουίλιαμ Μπλέικ κ.ά.
Το 2000, η Σουίντον δοκιμάζει κάτι διαφορετικό –και πιο εμπορικό- για τα δεδομένα της κι εμφανίζεται στο καστ της περιπέτειας «Η παραλία» του Ντάνι Μπόιλ, με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Η ταινία μπορεί να μην αγκαλιάστηκε από τους κριτικούς –μάλλον το αντίθετο- αλλά σημείωσε επιτυχία στο box office συγκεντρώνοντας 144 εκατομμύρια δολάρια και η Σουίντον βρίσκεται για πρώτη φορά συμμέτοχη σε μια κινηματογραφική εμπορική επιτυχία. Ένα χρόνο μετά βρίσκεται για πρώτη φορά υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα –μεταξύ άλλων- και κερδίζει το βραβείο καλύτερης ηθοποιού από την Boston Society of film critics, αλλά και την Las Vegas film critics Society, για το ρόλο της στη δραματική ταινία μυστηρίου «Σε βαθιά νερά», όπου προσπαθεί να συγκαλύψει το γιο της που βρίσκεται μπλεγμένος σε υπόθεση δολοφονίας. Το 2001 σκηνοθετείται από τον Σπάικ Τζόουνς, πάνω σε σενάριο του Τσάρλι Κάουφμαν, στο «Adaptation.», στο πλευρό του Νίκολας Κέιτζ και της Μέριλ Στριπ.
Στο πλευρό του Κιάνου Ριβς και της Ρέιτσελ Βάις βρίσκεται το 2005 στο θρίλερ «Constantine» στο ρόλο του αρχάγγελου Γαβριήλ, με την ερμαφρόδιτη φύση να κυριαρχεί για άλλη μια φορά στο ρόλο της, ενώ την ίδια χρονιά περνάει και από τα χέρια του Τζιμ Τζάρμους με ένα σύντομο ρόλο στα «Τσακισμένα λουλούδια», με τον Μπιλ Μάρεϊ στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Την ίδια χρονιά μεταμορφώνεται στην κακιά λευκή μάγισσα που έχει επιβάλει τον συνεχή χειμώνα στην περιπέτεια φαντασίας, βασισμένη πάνω στο μυθιστόρημα για παιδιά του Κλάιβ Στέιπλς Λιούις, «Το χρονικό της Νάρνια: Το λιοντάρι, η μάγισσα και η ντουλάπα», σκηνοθεσίας Άντριου Άνταμσον. Η ταινία κερδίζει Όσκαρ καλύτερου μακιγιάζ, κάνει τεράστια επιτυχία στο box office με εισπράξεις που ξεπερνούν τα 740 εκατομμύρια δολάρια και η Σουίντον, πιο… ωχρή από ποτέ, βρίσκεται υποψήφια για βραβείο Saturn. Η επιτυχία της ταινίας οδηγεί στο σίκουελ «Το χρονικό της Νάρνια: πρίγκιπας Κάσπιαν» το 2008 και το 2010 στο «Το χρονικό της Νάρνια: ο ταξιδιώτης της αυγής», όπου η Σουίντον κάνει σύντομες εμφανίσεις.
Η μεγάλη αναγνώριση στην καριέρα της, όμως, θα έρθει το 2007, με την ερμηνεία της στη δραματική ταινία «Michael Clayton» του Τόνι Γκίλροϊ, σε ρόλο νομικής συμβούλου, στο πλευρό του Τζορτζ Κλούνεϊ. Η ταινία, μπορεί να μην «σπάει» τα ταμεία – αν και σημειώνει κέρδη- αλλά οι κριτικές είναι εγκωμιαστικές και η Σουίντον κερδίζει βράβευση από την Ακαδημία με το Όσκαρ β’ ρόλου να φτάνει στα χέρια της, όπως και το βραβείο BAFTA , ενώ μία από τις υποψηφιότητές της είναι και αυτή της Χρυσής Σφαίρας.
Το 2008 βρίσκεται υποψήφια για βραβείο César για την ερμηνεία της στο δραματικό θρίλερ «Julia», ενώ λίγο αργότερα εμφανίζεται στην κωμωδία «Καυτό απόρρητο» των Ίθαν και Τζόελ Κοέν, σε ένα μικρότερο ρόλο, μαζί με τον Τζορτζ Κλούνεϊ και πάλι, τον Μπραντ Πιτ, τον Τζον Μάλκοβιτς και τη Φράνσις Μακ Ντόρμαντ, όπου βρίσκεται και πάλι υποψήφια για βραβείο BAFTA.
Για την ταινία «Η απίστευτη ιστορία του Μπέντζαμιν Μπάτον» του Ντέιβιντ Φίντσερ, κερδίζει άλλο ένα βραβείο Saturn, ενώ βραβεύεται και από τον κύκλο κριτικών κινηματογράφου του Λονδίνου.
Το 2009 σκηνοθετείται από τον Τζιμ Τζάρμους ξανά στο δράμα μυστηρίου «The limits of control» και μέσα στην ίδια χρονιά τη συναντάμε και στην ιταλική παραγωγή «Io sono l’ amore» με το συνδικάτο ιταλών δημοσιογράφων κινηματογράφου να τη βραβεύει με την ευρωπαϊκή ασημένια κορδέλα.
Στην τελευταία της ταινία «Πρέπει να μιλήσουμε για τον Κέβιν» της Βρετανίδας Λιν Ράμσι, η Σουίντον δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας, καθώς υποδύεται την τραγική μητέρα ενός μαθητή που δολοφονεί τους συμμαθητές του. Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο μπεστ-σέλερ της Λάιονελ Σρίβερ και στην πρεμιέρα της στις Κάννες εγκωμιάστηκε από τους κριτικούς, ενώ προβάλλεται ήδη στις αίθουσες στη χώρα μας.
To 2013 πρωταγωνιστεί στο βίντεο για το νέο single του David Bowie, The Stars (Are Out Tonight). Έχει κάνει δίδυμα με το ζωγράφο Τζον Μπερν και σήμερα μένει σε γειτονικό σπίτι δίπλα του στη Σκωτία, μαζί με τον τωρινό της σύντροφο, επίσης ζωγράφο, Σάντρο Κοπ.
0 Σχόλια