Φώτιος και Ανίκητος. Δύο ένδοξοι Μάρτυρες που η Εκκλησία μας τιμά κάθε χρόνο μέσα στις ημέρες του αγίου Δεκαπενταυγούστου, στις 12 Αυγούστου.
Δυο Μάρτυρες που τους συνδέει βαθιά όχι μόνο η πνευματική τους συγγένεια με τον Χριστό αλλά και η κατά σάρκα συγγένεια. Ο Φώτιος ήταν ανιψιός του Ανίκητου. Όμως η μεταξύ τους αγάπη δεν καλύπτει ούτε υπερβαίνει την αγάπη τους προς τον Χριστό. Την προτεραιότητα στην αγάπη τους την δίνουν ολόψυχα στον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Αυτόν τιμούν και σέβονται και λατρεύουν. Αυτόν ομολόγησαν κάποτε με παρρησία. Και η γενναία αυτή πράξη τους χάρισε το εισιτήριο για την είσοδό τους στην αθανασία του Παραδείσου.
Έζησαν και οι δύο κατά την εποχή του βασιλέως Διοκλητιανού (288 μ.Χ.). Κάποια μέρα άκουσαν στη Νικομήδεια τον σκληρό αυτοκράτορα να δημηγορεί μπροστά σε πλήθος κόσμου. Τι έλεγε; Βλασφημούσε τον πανάγιο Θεό μας. Και απειλούσε όλους τους Χριστιανούς, που επικαλούντο το όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού και Τον πίστευαν, ότι αν δεν αρνηθούν την πίστη τους, θα τιμωρηθούν παραδειγματικά. Είχε μάλιστα εκθέσει ο Διοκλητιανός και διάφορα είδη βασανιστικών οργάνων για να εκφοβίσει εκείνους που θα τολμούσαν να αντιλέξουν στις προσταγές του.
Τότε ένας, ο Ανίκητος, περιφρονώντας τις απειλές του αυτοκράτορα τόλμησε και με θάρρος ομολόγησε την πίστη του στον αληθινό Θεό! Στηλίτευσε τις πλάνες των ειδωλολατρών και δεν δίστασε να πει ακόμα ότι «όσοι σέβονται τα είδωλα είναι κουφοί και αναίσθητοι».
Η αφορμή είχε πλέον δοθεί. Ο μάρτυς Ανίκητος ήταν έτοιμος να δεχθεί τις φοβερές συνέπειες. Τον συνέλαβαν οι λάτρεις των ειδώλων. Τον μαστίγωσαναλύπητα, και μάλιστα τόσο πολύ, ώστε φάνηκαν μέσα από τις αυλακώσεις των πληγών του τα οστά του. Έπειτα άφησαν εναντίον του ένα εξαγριωμένο μεγαλόσωμο λιοντάρι. Ο Άγιος φοβήθηκε από τον βρυχηθμό του. Καθώς όμως πλησίαζε προς το θύμα του το άγριο αυτό ζώο, ημέρεψε σαν πρόβατο και συνέπασχε με τον Μάρτυρα. Η Παράδοση αναφέρει ότι το λιοντάρι αυτό σπόγγισε με το πόδι του τον ιδρώτα του Ανίκητου που έτρεχε από αγωνία στο πρόσωπό του…
Ο Ανίκητος προσευχόταν. Ευχαριστούσε θερμά τον Θεό για τα θαυμάσια μεγαλεία του. Και καθώς ολοκλήρωνε την προσευχή του, έγινε ένας δυνατός σεισμός που έριξε κάτω µε πάταγο το άγαλμα του Ηρακλέους. Άλλα και κάποια σπίτια της πόλεως κατέρρευσαν, αφήνοντας κάτω από τα συντρίμμια τους και νεκρούς ειδωλολάτρες.
Αγανακτισμένος ο αυτοκράτορας διατάζει τον αποκεφαλισμό του γενναίου Μάρτυρα. Ο δήμιος όμως δηλώνει αδυναμία. Μια ασυνήθιστη δύναμη του κρατάει ακίνητο το υψωμένο του χέρι που ήταν έτοιμο να πέσει µε το ξίφος επάνω στον Μάρτυρα.,
Ντροπιασμένος ο βασιλέας δίνει νέα εντολή να αλλάξουν μαρτύριο στον Άγιο. Επάνω από φλεγόμενα ξύλα προσδένουν σε τροχό το σώμα του Μάρτυρα και το περιστρέφουν µε µανία. Άλλα και πάλι η θερμή προσευχή του Ανίκητου νικά τον θυμό των κακούργων δημίων του. Ο τροχός ξαφνικά σταματά να περιστρέφεται! Τα δεσμά πέφτουν! Ο Μάρτυς ελευθερώνεται! Η φωτιά σβήνει…
Σκηνή συγκινητική ακολουθεί. Ο Φώτιος, ο ανεψιός του Ανίκητου, βρίσκει ευκαιρία να ομολογήσει τον Χριστό µε πράξη συμπαραστάσεως στον γενναίο θειο του. Ορµά στον τόπο του μαρτυρίου. Αγκαλιάζει τον Μάρτυρα θείο του. Τον προσφωνεί τρυφερά και δυνατά: «Είσαι ο θείος µου και ο πατέρας µου, αλλά και σαν μητέρα µου σε αισθάνομαι την ώρα αυτή». Σαν να έλεγε ακόμη: «Είσαι και το πρότυπό µου και μου δείχνεις ζωντανά πόσο πολύ αξίζει να αγαπά κανείς τον Χριστό!!!».
Ζητά και ο Φώτιος δόξα μαρτυρίου, κοινή συνάθληση και συμπόρευση προς το ένδοξο τέρμα της Βασιλείας των ουρανών για την αγάπη του Νυμφίου Χριστού.
Οι δήμιοι δεν χάνουν την ευκαιρία. Ορμούν και προς τη νέα λεία τους. Φορούν και στους δύο αλυσίδες σιδερένιες και τους ρίχνουν μαζί στη φυλακή. Τους μαστιγώνουν, τους κατακαίουν, τους λιθοβολούν μέσα στο θέατρο, τους σύρουν στους δρόμους δεμένους πίσω από άγρια άλογα, ρίχνουν πάνω στις πληγές τους ξίδι και αλάτι. Από όλα όμως τα μαρτύρια έβγαιναν άθικτοι οι γενναίοι ομολογητές του Κυρίου.
Ακολουθεί νέα φυλάκιση. Εδώ θα παραμείνουν για τρία χρόνια έγκλειστοι και παραμελημένοι. Θα κακοπαθούν µε υπομονή για την πίστη τους. Θα ψάλλουν και θα προσεύχονται. Τα σώματά τους θα εξαγνισθούν. Οι ψυχές τους θα εξαγιασθούν. Η Χάρη του Θεού θα τους πλημμυρίσει πλούσια. Και ευφραινόμενοι θα φθάσουν στο τέλος. Ο τύραννος διατάζει να τους κλείσουν στο λεγόμενο λουτρό του Αντωνίου, αφού το είχε πυρακτώσει για τρεις μέρες. Όμως η βάση του λουτρού σπάζει και οι Μάρτυρες δροσιζόμενοι σώζονται.
Αγανακτισμένος μετά από αυτά ο Διοκλητιανός τους οδηγεί μέσα σε καμίνι που είχε το σχήμα χωνιού, στερεωμένο σε σιδερένιες στήλες. Εδώ μέσα στις φλόγες προσευχόμενοι παρέδωσαν τα πνεύματά τους στον Παντοκράτορα Κύριο και οι δύο Μάρτυρες του Χριστού, ο Φώτιος και ο Ανίκητος. Και καθώς οι ψυχές τους φτερούγιζαν μαζί αδελφωμένες για τον ουρανό, άφηναν κάτω στη γη τα νεκρά μαρτυρικά σώματά τους ένδοξα και άθικτα από τη φωτιά. Και ο Θεός των Χριστιανών, ο αληθινός, εμεγαλύνετο και εδοξάζετο.
Φώτιος και Ανίκητος. Δυο ονόματα τόσο αγαπημένων συγγενών. Δυο ονόματα τόσο γενναίων πιστών. Πόσο υπέροχο αλήθεια είναι να καλλιεργούμε μεταξύ των οικείων µας την αγάπη. Μια αγάπη όχι συμφεροντολογική αλλά αληθινή, που να εμπνέεται από τον Χριστό και να στρέφεται προς τον Χριστό. Μόνο αυτή η αγάπη κρατάει αδιάλυτες τις φιλίες και τις οικογένειές µας και εδώ και στην αιωνιότητα…
πηγή: https://www.xfd.gr
0 Σχόλια